Tρελάθηκαν οι μετρητές στη Θεσσαλονίκη γράφει σε άρθρο του ο Θ. Τσιγγανάς στην Καθημερινή αλλά δεν μας λέει πού βρήκε τα στοιχεία για το διασταυρώσουμε.
Αντίθετα έχουμε πλήρη στοιχεία από τον σταθμό μέτρησης ατμοσφαιρικής ρύπανσης του δικτύου του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, ο οποιος καταγράφει τιμές συγκέντρωσης που πλησιάζουν τα 500 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο αέρα. Στο Δίκτυο Σταθμών Βόλου, το οποίο αυτόματα ανανεώνεται κάθε πέντε λεπτά, παρουσιάζεται η ημερήσια διακύμανση των σωματιδίων PM10 και οι στιγμιαίες μέσες τιμές τους.
Στις 13/11/2012 10 το βράδυ οι πίνακες της ιστοσελίδας του τμήματος Μηχανολόγων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας παρουσίαζαν τις εξής τιμές: στο σταθμό του κτηρίου Παπαστράτου 41μg/m3 αέρα η ελάχιστη τιμή στη 1:27 μ.μ. και 345μg/m3 αέρα στις 9:02 μ.μ., στο σταθμό στο Πεδίον του Αρεως 0μg/m3 αέρα η ελάχιστη τιμή στη 1:07 μ.μ. και 78μg/m3 αέρα η μέγιστη στις 9:22 μ.μ. και στον σταθμό στο Φυτόκο 16μg/m3 αέρα η ελάχιστη στις 2:07 μ.μ. και 60μg/m3 αέρα η μέγιστη στις 9:12 μ.μ.
Στις 10:12 μ.μ. η μέγιστη τιμή που κατέγραφε ο σταθμός στο κτίριο Παπαστράτου ήταν 488, διαμορφώνοντας τη μέση τιμή στα 153μg/m3 αέρα.
Πάρτι ξεκίνησαν να στήνουν στην ατμόσφαιρα τα αιωρούμενα σωματίδια. Η πτώση του υδράργυρου και η καύση ξύλων -κυρίαρχος τρόπος θέρμανσης των κατοικιών εξαιτίας της οικονομικής κρίσης- άρχισε να οδηγεί σχεδόν καθημερινά στο κόκκινο τις τιμές συγκέντρωσης των επικίνδυνων PM10 στο πολεοδομικό συγκρότημα Βόλου και άλλων αστικών περιοχών της χώρας. Οι μέγιστες τιμές στιγμιαία καταγράφονται από το απόγευμα και έπειτα με αποκορύφωμα τις νυχτερινές ώρες, οπότε τζάκια και ξυλόσομπες καίνε στο φουλ.
Η ατμοσφαιρική ρύπανση επιστρέφει δυναμικά όσο τα καυσόξυλα λαμβάνουν δυναμικά θέση στην καθημερινότητα των δημοτών του Βόλου και της Ν. Ιωνίας για τη θέρμανσή τους. Η μυρωδιά καμένου ξύλου είναι έντονη και η ατμόσφαιρα, όταν υπάρχει αυξημένη υγρασία, αποπνικτική.
Η μείωση της παραγωγής από τις τοπικές βιομηχανίες, ο περιορισμός των μετακινήσεων λόγω των αυξημένων τιμών των καυσίμων και μια σειρά άλλων παραγόντων όπως η αύξηση στη χρήση του φυσικού αερίου, έχουν συντελέσει από τη μία στη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στο πολεοδομικό συγκρότημα του Βόλου.
Όμως, ενώ η ατμόσφαιρα απαλλάσσεται λόγω της κρίσης από την επιβάρυνση εξαιτίας της βιομηχανίας και του κυκλοφοριακού, το δικό τους στίγμα έρχονται να αφήσουν τα τζάκια και οι ξυλόσομπες. Η αύξηση αυτή πιθανολογείται ότι προκύπτει από τη λειτουργία των καυστήρων, αλλά και των ξυλόσομπων που πλέον γνωρίζουν άνθηση στη χρήση τους λόγω της οικονομικής κρίσης. Ωστόσο όπως τονίστηκε το πρόβλημα δεν είναι η καύση του ξύλου, αλλά πλαστικού και άλλων χημικών προϊόντων που απελευθερώνουν διοξίνες στον αέρα.
Αλλά και η Θεσσαλονίκη δεν πάει παραπίσω. Οι αρμόδιοι του Τμήματος Περιβάλλοντος του Δήμου Θεσσαλονίκης όπως περιγράφει ο Θ. Τσιγγανάς στην Καθημερινή, είδαν τα όργανα στους σταθμούς μέτρησης αέριας ρύπανσης να «τρελαίνονται». Μέσα σε πέντε ώρες εμφάνισαν τέτοιες υψηλές τιμές αιωρούμενων σωματιδίων PM-10, που έθεσαν τις υπηρεσίες σε κατάσταση επαγρύπνησης. Η έντονη μυρωδιά του καμένου ξύλου πρόδωσε την αιτία. Τα τζάκια της πόλης έκαιγαν «στο φουλ». Την επομένη… φύσηξε ο Βαρδάρης και το επεισόδιο ρύπανσης δεν είχε συνέχεια.
Τα τελευταία δύο χρόνια οι επιστήμονες παρατηρούν στα μεγάλα αστικά κέντρα της Ελλάδας ότι η στροφή στη φθηνότερη θέρμανση με καυσόξυλα που καίγονται στα τζάκια και στις σόμπες προκαλεί σοβαρές αναταράξεις στις τιμές της αέριας ρύπανσης. Ορισμένοι μιλούν για σοβαρή συμβολή των καύσεων του ξύλου στην επιστροφή «ενός παλιού κακού γνώριμου», του νέφους αιθαλομίχλης, όταν οι καιρικές συνθήκες ευνοούν τη δημιουργία του. Οικολογικές και περιβαλλοντικές οργανώσεις υποστηρίζουν ότι αυτό που θα αποκομίσει το κράτος από την αύξηση των φόρων στο πετρέλαιο θα το πληρώσει στο πολλαπλάσιο για το περιβάλλον ενώ η Κομισιόν άφησε ανοιχτό τοθέμα της παραπομπής της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο απαντώντας σε σχετική ερώτηση που κατατέθηκε τον Ιούνιο του 2011 στο ευρωπαϊό Κοινοβούλιο από τον Μ. Τρεμόπουλο ευρωβουλευτή τότε των Οικολόγων Πράσινων.
«Αρκετοί δυσφορούν από την έντονη μυρωδιά καμένου ξύλου στην ατμόσφαιρα της πόλης, αλλά η κατάσταση θα χειροτερέψει όταν τα κρύα σφίξουν στη Θεσσαλονίκη και στη Βόρεια Ελλάδα», λέει ο διευθυντής του Εργαστηρίου Ελέγχου Ρύπανσης Περιβάλλοντος του ΑΠΘ κ. Κ. Φυτιάνος στον δημοσιογράφο της Καθημερινής. Ο ίδιος σημειώνει ότι «ένα παραδοσιακό τζάκι εκλύει στην ατμόσφαιρα 30 φορές περισσότερα αιωρούμενα σωματίδια απ’ ό,τι ένας καλοσυντηρημένος καυστήρας πολυκατοικίας με 25 διαμερίσματα»!
Προηγούμενες μετρήσεις στο λεκανοπέδιο της Αττικής και κυρίως στην Κηφισιά, στην Εκάλη, στο Μαρούσι και στο Κορωπί αλλά και σε συνοικίες της Ανατολικής Θεσσαλονίκης έδειξαν μεγάλη αύξηση των αιωρούμενων σωματιδίων PΜ-10 τη χειμερινή περίοδο σε συνδυασμό με συνθήκες άπνοιας και υγρασίας.
Μιαν άλλη διάσταση επισημαίνει ο προϊστάμενος του Τμήματος Περιβάλλοντος κ. Μάξιμος Πετρακάκης: «Το χειρότερο είναι ότι πολλοί αγνοούν την εσωτερική ρύπανση του σπιτιού από το τζάκι, που πολλές φορές είναι μεγαλύτερη από την εξωτερική. Είτε για λόγους οικονομίας είτε άγνοιας καίνε στο τζάκι όχι ξύλα δρυός, οξιάς ή ελιάς που θεωρούνται καλύτερα, αλλά κατεργασμένα, όπως νοβοπάν, ξύλα από έπιπλα επικαλυμμένα με βερνίκι και λαδομπογιά και άλλα υλικά, που απελεθευρώνουν τοξικές ουσίες».
Από την άλλη υπάρχει ελειπής ενημέρωση για τα επίπεδα της αέριας ρύπανσης παρά το ότι τα τελευταία χρόνια έχουν δαπανηθεί εκατομύρια ευρώ σε προγράμματα ελέγχου ποιότητας αέρα υποτίθεται για την προμήθεια εξοπλισμού και εκπόνηση υποστηρικτικών μελετών για την μείωση, την παρακολούθηση και την καταγραφή της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Ακόμα κι αν ο εξοπλυσμός αυτός τελικά αποκτήθηκε και τα χρήματα των προγραμμάτων δεν κατέληξαν στα ταμεία “μελετητών” και ημετέρων προμηθευτών, αποτελέσματα μετρήσεων όσον αφορά τη Θεσσαλονίκη δεν υπάρχουν σε αντίθεση με την Αττική αλλά και άλλες περιοχές της χώρας που μπορεί κάποιος ανα πάσα στιγμή να τα δει στην ιστοσελίδα του ΥΠΕΚΑ με τη μορφή ημερήσιου δελτίο ρύπων το οποίο ενημερώνεται καθημερινά περίπου στις 2 μ.μ.
Στην Ελλάδα υπτίθεται ότι λειτουργεί το Εθνικό Δίκτυο Παρακολούθησης της Ατμοσφαιρικής Ρύπανσης (ΕΔΠΑΡ) το οποίο αποτελείται από 36 σταθμούς, εκ των οποίων 18 είναι εγκατεστημένοι και λειτουργούν στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας, 8 στην περιοχή της Θεσσαλονίκης και 20 στην υπόλοιπη χώρα. Πλέον των «συμβατικών» ρύπων (οξείδια του αζώτου, μονοξείδιου του άνθρακα, διοξείδιο του θείου, όζον, μαύρος καπνός), τα τελευταία χρόνια, έχουν εγκατασταθεί και λειτουργούν μετρητικές διατάξεις της συγκέντρωσης αιωρούμενων σωματιδίων (PM10, PM2,5), και πτητικών οργανικών ενώσεων (Βενζόλιο, τολουόλιο, αιθυλοβενζόλιο, ξυλόλια).
Όλοι οι σταθμοί θα έπερεπε να είναι διασυνδεδεμένοι με σύστημα τηλεμετάδοσης με τον κεντρικό σταθμό που βρίσκεται στην έδρα κάθε περιφερειακής (ή τοπικής) αρχής υπεύθυνης για την παρακολούθηση της ποιότητας του αέρα, με βάση το Ν. 2647/1981 ώστε να είναι δυνατή η πρόληψη και η αντιμετώπιση έκτακτων περιπτώσεων εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης που προκύπτουν από την ρύπανση του περιβάλλοντος και τον επικίνδυνο υποβιβασμό της ποιότητας ζωής ιδίως στα μεγάλα αστικά κέντρα, το φαινόμενο της επανειλημμένης και εκτεταμένης σε χρονική διάρκεια εμφάνισης επεισοδίων σοβαρής, ατμοσφαιρικής κυρίως, ρύπανσης σε βιομηχανικά αναπτυγμένες περιοχές της χώρας αλλά και την λήψη άμεσων, κυρίως βραχυπρόθεσμων μέτρων για την αντιμετώπιση εκτάκτων περιστατικών ρύπανσης που εγκυμονούν κίνδυνο και για την υγεία των πολιτών.
Το ΥΠΕΚΑ, οι αρμόδιες Υπηρεσίες του Περιβάλλοντος της Περιφέρειας, και το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθώς και οι αρμόδιες υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας της Περιφέρειας εξασφαλίζουν ότι το κοινό και οι κατάλληλες οργανώσεις, όπως οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, οι οργανώσεις καταναλωτών, οργανώσεις που αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα ευαίσθητων πληθυσμιακών ομάδων, άλλοι αρμόδιοι για την υγεία φορείς και οι σχετικές κλαδικές ομοσπονδίες θα έπρεπε σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία (Υ.Α. Η.Π. 14122/549/Ε. 103/2011) να ενημερώνονται καταλλήλως και εγκαίρως όσον αφορά την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα. Οι αντίστοιχες πληροφορίες θα έπερεπε να διατίθενται δωρεάν, με κάθε εύχρηστο μέσο επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένου του διαδικτύου, ή με οιοδήποτε άλλο τηλεπικοινωνιακό μέσο, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του ν. 3882/2010 (Α΄166) με τον οποίο ενσωματώθηκε η οδηγία 2007/2/ΕΚ (INSPIRE).
Αντι αυτών οι σταθμοί μέτρησης δεν λειτουργούν, ή αν λειτουργούν κρατούν καλά φυλαγμένα τα στοιχεία των μετρήσεων ώστε να μη μπορεί να τα βρεί ο “πάσα είς”, και οι κάθε μορφής αρμόδιες υπηρεσίες πετούν το μπαλάκι η μία στην άλλη (ο Δημος στην Περιφέρεια, η Περιφέρεια στο Υπουργείο και το Υπουργείο πετά την μπάλα στην εξέδρα) πλάκωσε και η κρίση και τη μία τα κονδύλια δεν είναι επαρκή, την άλλη οι υπάλληλοι δεν πληρώνονται υπερωρίες την παραάλλη απεργούν για να μη μπουν σε εφεδρία, τα σφυράκια είναι χαλασμένα, τα μαστίγια δεν λειτουργούν που λέει και το ανέκδοτο και η ζωή αλλάζει δίχως να κοιτάζει τη δική μας μελαγχολία…
Ενέσκυψε και χειμώνας βαρύς και έμειναν οι περιβαλλοντικές οργανώσεις να βάζουν μέσο πανεπιστημιακούς και φοιτητές, για να βρούν στοιχεία που αποδεικνύουν αυτό που λίγο πολύ μυρίζουμε όλοι μας τα υγρά βράδια, δηλαδή την έξαρση των υπερβάσεων των τιμών αιωρούμενων μικροσωματιδίων στην ατμόσφαιρα η οποία κατά πάσα πιθανότητα συνδέεται σύμφωνα στην εκτεταμένη από φέτος χρήση τζακιών και ξυλόσομπων, με επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία που θα τις διαπιστώσουμε τα αμέσως επόμενα χρόνια στις ευαίσθητες ομάδες του πληθυσμού, τα παιδιά και τους ηλικιωμένους με αύξηση αναπνευστικών προβλημάτων και καρδιαγγειακών νοσημάτων .
Δεν φτάνει που μας «πνίγουν» τα νέα μέτρα λιτότητας, σε λίγο θα δυσκολευόμαστε και να ανασάνουμε. Κυριολεκτικά! Προσπαθώντας να γλιτώσουν οι Ελληνες το κόστος του πετρελαίου άναψαν τζάκια και σόμπες. Και η αυξημένη καύση ξύλων κατά την τελευταία διετία γέμισε την ατμόσφαιρα με επικίνδυνους για την υγεία ρύπους. Αυτό καταδεικνύουν οι πρώτες μετρήσεις που έγιναν στην Αττική από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ) και μάλιστα όχι στο κέντρο της πρωτεύουσας αλλά σε περιοχή των νοτίων προαστίων. Εκεί τις κρύες ημέρες του χειμώνα τα τζάκια και οι σόμπες «μπουμπούνισαν» και μαζί «φούντωσαν» και τα σωματίδια αιθάλης στο εξωτερικό περιβάλλον. Παράλληλα οι δασικές υπηρεσίες εκπέμπουν SOS καθώς η… λαθροϋλοτομία έχει εκτιναχθεί. Σε ορισμένες περιοχές μάλιστα δεν κινδυνεύουν μόνο τα δάση, αλλά απειλούνται και οι ελαιώνες καθώς το ξύλο ελιάς μοσχοπωλείται.
Σημαντικό ρόλο όσον αφορά τις εκπομπές ρύπων παίζει και η ποιότητα του ξύλου. «Στην Ευρώπη υπάρχουν συγκεκριμένες προδιαγραφές για την ποσότητα των καυσαερίων που θα πρέπει τα ξύλα να βγάζουν κατά την καύση καθώς και για τα στερεά κατάλοιπα. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει κανένας έλεγχος ως προς αυτό. Από μετρήσεις έχει βρεθεί ότι οι ρύποι της καύσης εξαρτώνται από την προέλευση του πέλετ (χώρα κατασκευής, υλικό) και των ξύλων. Αλλά και η υγρασία παίζει σημαντικό ρόλο – όσο μικρότερη η υγρασία τόσο καλύτερη η καύση και λιγότερα τα αιωρούμενα σωματίδια – όπως και το είδος του ξύλου» αναφέρει ο κ. Ζιώμας.
Δυστυχώς η οικονομική κρίση με την επακόλουθη εκτίναξη της ανεργίας, τη μείωση του εισοδήματος των πολιτών αλλά και η εκτίναξη των τιμών του πετρελαίου και πρόσφατα και του ηλεκτρικού ρεύματος έχουν ως αποτέλεσματα μέτρα για τη βελτίωση της ποιότητας της ατμόσφαιρας, και οι διατάξεις της οδηγίας 2008/50/ΕΚ «για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και καθαρότερο αέρα για την Ευρώπη»να μοιάζουν αφηγήσεις μιας άλλης εποχής. Όταν κρυώνουν τα παιδιά σου και δεν έχεις χρήματα για πετρέλαιο,θα κάψεις ότι κούτσουρο βρεις φτηνά συμπεριλαμβανομένων και πεταμένων ξύλων από παλιές πόρτες, πατώματα και έπιπλα.
Πηγές : news.kathimerini.gr, www.taxydromos.gr, www.ypeka.gr , www.tovima.gr, www.epperaa.gr, www.elinyae.gr, www.tremopoulos.eu
Σχετική ερώτηση Τρεμόπουλου στο Ευρωκοινοβούλιο, τον Ιούνιο του 2011:
http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-%2f%2fEP%2f%2fTEXT%2bWQ%2bE-2011-005618%2b0%2bDOC%2bXML%2bV0%2f%2fEL&language=EL