Ο Αρίφ μπέης αναλαμβάνει δήμαρχος (1878)

Του Γιάννη Γκλαρνέτατζη

«Διορίσθη Δήμαρχος Θεσσαλονίκης ο ενδοξότατος Αρίφ Μπέης», πληροφορεί το αναγνωστικό του κοινό ο Σοφοκλής Γκαρμπολάς, εκδότης του «Ερμού», στις 27.1.1878.[1] Το αξίωμα του δημάρχου έχει κλείσει περίπου δεκαετία στη Θεσσαλονίκη, είναι δηλαδή νέο σχετικά, αλλά όχι και πρωτοφανές όπως αυτό του βουλευτή. «Αντίθετα με πολλές οθωμανικές πόλεις που άργησαν να αποκτήσουν μπελεντιέ [δημαρχία]», σημειώνει η Μερόπη Αναστασιάδου, «η Θεσσαλονίκη υπήρξε πρωτοπόρος σ’ αυτό τον τομέα. Η δημαρχία της συστήνεται από το 1869, κατά το πρότυπο του αλτιντζί νταϊρέ της Κωνσταντινούπολης [έκτο διαμέρισμα που περιελάμβανε τις συνοικίες Μπέιογλου (Πέραν) και Γαλατά, όπου κατοικούσαν πολλοί Ευρωπαίοι]. Η μακεδονική πρωτεύουσα είναι, δηλαδή, μία από τις πρώτες επαρχιακές πόλεις που υιοθέτησε διοικητικές δομές προσαρμοσμένες στις ανάγκες της εποχής».[2] Η θεσμοθέτηση δημοτικών αρχών για όλες τις περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας θα έρθει τον Σεπτέμβριο του 1877, με τον νόμο περί δημοτικής οργάνωσης (Vilayet Belediye Kanunu),[3] στα πλαίσια της πρώτης –σύντομης– συνταγματικής περιόδου, που αποτελεί κορύφωση της διαδικασίας των Τανζιμάτ (μεταρρυθμίσεων). Αυτό άλλωστε προβλεπόταν κι από το ίδιο το Σύνταγμα που ανέφερε: «Βάσις της διοικήσεως των επαρχιών εστίν η αρχής της αποκεντρώσεως» (άρθρο 108), και «αι δημοτικαί υποθέσεις διευθύνονται εν τη Κωνσταντινουπόλει και εν ταις επαρχίαις υπό των εκλεγησομένων δημοτικών συμβουλίων» (άρθρο 112).[4]
Τον τρόπο συγκρότησης και τα καθήκοντα των νέων αυτών τοπικών αρχών περιγράφει η Μ. Αναστασιάδου. «Οι δημοτικοί σύμβουλοι, που είναι άμισθοι και εκλέγονται με άμεση ψηφοφορία για τρία χρόνια, είναι επιφορτισμένοι με τη φροντίδα του οδικού δικτύου, τη βελτίωση της δημόσιας υγιεινής, τον έλεγχο μέτρων και σταθμών, την εποπτεία της αγοράς και άλλων δημόσιων χώρων, την αναμόρφωση του αστικού πλαισίου, τον εξωραϊσμό δρόμων και κτηρίων, την είσπραξη δημοτικών τελών».[5] Τα επιθυμητά χαρακτηριστικά των δημοτικών αρχόντων περιγράφει, περίπου δυο χρόνια αφότου ο Αρίφ μπέης έχει διορισθεί δήμαρχος (1.12.1879), «σπουδαία κοινοποίησις της Δημαρχίας Θεσσαλονίκης» με την ευκαιρία των εκλογών για την πλήρωση των μισών θέσεων του δημοτικού συμβουλίου: «Δημαρχίαι εισί σωματεία επί τούτω κατηρτισμένα προς καλλωπισμόν και καθωράισιν των διαφόρων χωρών, και ότι επομένως τα μέλη τα συγκροτούντα ταύτας πρέπει να ώσιν εκ των ικανών και προθύμων πολιτών, οίτινες, αληθώς επιθυμούσι την πρόοδον και βελτίωσιν της πατρίδος και οι οποίοι θεωρούσι τιμήν των μίαν τοιαύτην υπηρεσίαν προς την πατρίδα και καυχώνται μάλιστα δια τούτο• αλλά το τοιούτον… καθώς και η εν τάξει διεξαγωγή της εκλογής αυτών, εξαρτάται αμέσως εκ της ανάγκης όπως τα μέλη της εκλογικής επιτροπής, ήτις ήθελεν εκλέξει τους δημαρχιακούς παρέδρους, έχωσι τα απαιτούμενα προσόντα. Επειδή δε το προεδρείον της ενταύθα Δημαρχίας επιφυλάσσεται, κατά τον σχετικόν κανονισμόν, να προσκαλέση τους μουχτάρηδες των διαφόρων συνοικιών και ποιήση προς αυτούς τα δέουσας παρατηρήσεις, καλόν και λίαν συντελεστικόν θα ήτο ίνα και οι πνευματικοί αρχηγοί των ενταύθα κοινοτήτων επιστήσωσι την προσοχήν των μουχτάρηδων όπως μέλη της ρηθείσης εκλογικής επιτροπής εκλέξωσιν εκείνους εκ των κατοίκων των συνοικιών, οίτινές εισιν εγνωσμένης ικανότητος και οι οποίοι χαίρουσι το εκλογικόν δικαίωμα».[6] Από το πατερναλιστικού ύφους κείμενο (άλλωστε, ελάχιστες μέρες μετά τον διορισμό του νέου δημάρχου, ο σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ ανέστειλε την ισχύ του Συντάγματος), καταλαβαίνουμε ότι η εκλογή ήταν έμμεση καθώς το εκλογικό σώμα εξέλεγε εκλέκτορες («εκλογική επιτροπή»), οι οποίοι στη συνέχεια ψήφιζαν τους δημοτικούς συμβούλους («δημαρχιακοί πάρεδροι»). Επίσης, τονίζεται ο ρόλος του ανώτερου ιερατείου («πνευματικοί αρχηγοί») και των προεστών («μουχτάρηδων») –των παραδοσιακών, δηλαδή, θεσμών πολιτικής συγκρότησης της οθωμανικής κοινωνίας– στην όλη εκλογική διαδικασία. Τα μέλη του δημοτικού συμβουλίου μπορεί να εκλέγονται με κάποιο τρόπο, ο επικεφαλής του όμως θα παραμείνει διορισμένος σ’ όλη την οθωμανική περίοδο της ιστορίας της πόλης. Την τακτική αυτή θα ακολουθήσει –αρχικά– και η ελληνική διοίκηση, καθώς οι πρώτες δημοτικές εκλογές στις «νέες χώρες» θα γίνουν μόλις το 1925. Αλλά και πάλι, όλοι οι εκλεγέντες δήμαρχοι Θεσσαλονίκης στη διάρκεια του Μεσοπολέμου θα αποπεμφθούν από τις κυβερνήσεις των Αθηνών πριν προλάβουν να ολοκληρώσουν τις θητείες τους.[7]
Ο νέος, λοιπόν, δήμαρχος Αρίφ μπέης είναι τσιφλικάς και μάλλον ελληνικής καταγωγής, όπως μας πληροφορεί ο «Ερμής» όταν δημοσιεύει την είδηση της απαγωγής του.[8] Γιατί, κατά τη διάρκεια της θητείας του ο δήμαρχος απήχθη από τους ληστές του καπετάν Λουλούδα στο Βελεστίνο, όπου είχε πάει για να επισκεφθεί τα κτήματά του, και παρέμεινε όμηρος για 35 μέρες, αλλά τελικά κατάφερε να δραπετεύσει με τη βοήθεια του νεαρού ληστή Ναούμ Ζαρκάδα.[9] Πέρα, τώρα, από το απροσδόκητο γεγονός της απαγωγής του διετέλεσε μέλος της Επιτροπής της Προκυμαίας της Θεσσαλονίκης που συστήθηκε με σκοπό να επιβλέψει την ολοκλήρωση των εργασιών και τον καλλωπισμό της προκυμαίας, καθώς και την είσπραξη των καθυστερούμενων δόσεων για όσα οικόπεδα είχαν πουληθεί και την πώληση των υπολοίπων. Η Επιτροπή από τις αρχές Δεκεμβρίου 1879 είχε εγκατασταθεί στο κατάστημα της Οθωμανικής Τράπεζας (το σημερινό Κρατικό Ωδείο στη γωνία Φράγκων και Λ. Σοφού).[10] Μιλάμε, βέβαια, για τη σημερινή Παλιά Παραλία που είναι, κι αυτή, μπάζωμα πάνω στα ερείπια του θαλάσσιου τείχους το οποίο βρισκόταν στο ύψος της σημερινής οδού Μητροπόλεως. Επίσης επί δημαρχίας του θα αγορασθούν οι πηγές του «Ιρεμτζέκ (κοινώς Ρουντζούκι)» (δηλ. το Ρετζίκι ή Πεύκα, επί το ελληνικότερον) και θα οργανωθεί η μεταφορά και η διανομή του νερού στην πόλη, σ’ όσους βέβαια είχαν να πληρώσουν.[11]
Ο Αρίφ μπέης, όμως, θα αντιμετωπίσει και την αυστηρή, έως σκληρή, κριτική του Γκαρμπολά. Αρχικά έχουμε ζητήματα ηθικής: «Αι ενταύθα Τουρκική, Ισραηλιτική και Ελληνική Κοινότητες μη ανεχόμενοι την ανεκτικότητα της Δημαρχίας προς τα οσημέραι αυξανόμενα αισχρά καταγώγια, επέδωσαν αναφοράν προς την κατάργησιν τούτων», γράφει ο «Ερμής» στις 2.5.1880.[12] Ακολουθούν ζητήματα καθημερινότητας (16.5): «Τι θα γίνει με τον ανυπόφορον συριγμόν του απέναντι της Μητροπόλεως εν τη κεντρικωτέρα θέσει εγκαθιδρυθμένου νηματουργείου [Σαΐας], τον αδιακόπως διαταράσσοντα την ησυχίαν των κατοίκων; Υπάρχει ή δεν υπάρχει εν Θεσσαλονίκη Δημαρχία;… Απορούμεν… πώς οι κάτοικοι ιδία της περί ταύτης συνοικίας κατώρθωσαν έως τώρα να διατηρήσωσι σώον το ακουστικόν των τύμπανον. Φαίνεται πως η υπομονή των συναμιλλάται προς την ανοχήν της Δημαρχίας». Η απαγόρευση του τυχερού παιχνιδιού της τόμπολας θα σχολιασθεί ως εξής: «τα σιτηρά υπετιμήθησαν, ο άρτος όμως εξακολουθεί πωλούμενος εις την αυτήν τιμήν… η εν Θεσσαλονίκη υφιστάμενη δημαρχία ασχολείται περί την Τόμπουλαν!» (23.5). Λίγο αργότερα (3.6) ο δήμαρχος θα χαρακτηρισθεί «τελείως ανίκανος», ενώ σε δυο βδομάδες (17.6) η κριτική θα γίνει ακόμη πιο δηκτική: «Καθ’ εκάστην σχεδόν ημέραν ολόκληροι κάδδοι πλήρεις προϊόντων των αποπάτων εκκενούνται εις την προκυμαίαν. Τα αισχρά καταγώγια μας κατέκλυσαν, σειράν σχηματίζοντα εν τοις κεντρικωτέροις τόποις. Εν τη αγορά πωλούνται οδωδότες ιχθείς. Εάν η Δημαρχία παραβλέπη τα στοιχειωδέστερα των καθηκόντων της, τότε τι είναι το έργον της; Δεν είναι προτιμότερον να μην υπάρχη; Προς τι φορολογώνται οι πολίται; Πού οι πράκτορες της Δημαρχίας, οίτινες ώφειλον αδιακόπως να περιέρχωνται τα οδούς και την αγοράν;». Η ηθική επανέρχεται σταθερά στο προσκήνιο: «Ως πότε η Δημαρχία θα ανέχεται το άτοπον εθιζόμενον παρ’ Ισραηλίτας του εξέρχεσθαι μετά των νυκτερινών μόνον ενδυμάτων εις περίπατον;» (4.7). Η αντιπαράθεση δημάρχου και εκδότη θα συνεχισθεί σχεδόν αμείωτη με αναφορές στον προϋπολογισμό, την κακή διανομή του νερού απ’ το Ρετζίκι, τα 77 χαμαιτυπεία και ιδιαίτερα το Alcazar de Salonicco (το οποίο «παρέχει καθ’ εκάστην σκανδαλωδεστάτας σκηνάς») κλπ., για να κορυφωθεί τον Σεπτέμβριο του 1881 όταν ο «Φάρος της Μακεδονίας», όπως έχει πλέον μετονομαστεί ο «Ερμής», δημοσιεύει τα εξής: «Συνιστώμεν τη δημαρχία όπως διατάξη τους υπαλλήλους αυτής, όπως παραλαμβάνοντες εις έκαστος δύο κλητήρας (ζαπτιέδες) και σκουπιδαμάξας… παραλαμβάνωσι τας βλαβεράς εις την υγείαν της πόλεως ουσίας, ρίπτωσιν αυτάς πολύ μακράν… Είναι ευκολωτάτη η τοιαύτη εργασία• αντί να διασκεδάζωσιν οι δημαρχιακοί υπάλληλοι εν ταις γωνίαις των αγυιών εξαπλούμενοι νωχελώς» (15.9.1881)[13]
Αυτή είναι και η στιγμή που φαίνεται πως η κριτική του Γκαρμπολά πιάνει τόπο καθώς ο βαλής Αμπεντίν πασάς παύει τον δήμαρχο ενώ, λίγες μέρες αργότερα, εννέα από τα έντεκα μέλη του δημοτικού συμβουλίου παραιτούνται.[14] Πολύ φυσικά, λοιπόν, στις 19 Σεπτεμβρίου, η εφημερίδα «με χαράν και ελπίδα… χαιρετίζει τον διορισμόν του νέου Δημάρχου Φαΐκ Βέη, χρηματίσαντος και άλλοτε τοιούτου. Εξ αυτού ελπίζει τα βέλτιστα». Η ιστορία θα έχει τον επίλογό της όταν ο Αρίφ μπέης θα ξαναγίνει δήμαρχος για ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα (Νοέμβριος – Δεκέμβριος 1885). Το τελευταίο δημοσίευμα που αναφέρεται στον δήμαρχο προκαλεί μια κάποια έκπληξη μετά τα όσα του είχε σύρει, μερικά χρόνια πριν, η εφημερίδα. «Καθήκον θεωρούμεν όπως εκφράσομεν δημοσία τας ευχαριστίας ημών τω παραιτηθέντι Δημάρχω Αρίφ Μπέη, ανθ’ ων υπέρ της πόλεως εμερίμνησεν».[15] Φαίνεται ότι, εντέλει, ίσχυσε το ρητό «περασμένα – ξεχασμένα».

Παραπομπές:
[1] Ερμής, 27.1.1878, όπως παρατίθεται στο Κώστας Τομανάς, Χρονικό της Θεσσαλονίκης (1875-1920), Νησίδες, Θεσσαλονίκη 1995, σ. 22.
[2] Μερόπη Αναστασιάδου, Θεσσαλονίκη 1830-1912: Μια μητρόπολη την εποχή των οθωμανικών μεταρρυθμίσεων, μτφρ. Βασ. Πατσογιάννης, Εστία, Αθήνα 2008, σ. 201.
[3] Μερ. Αναστασιάδου, Θεσσαλονίκη 1830-1912…, ό.π., σ. 606.
[4] Ερμής, 1.1.1877
[5] Μερ. Αναστασιάδου, Θεσσαλονίκη 1830-1912…, ό.π., σ. 200-201.
[6] Ερμής, 7.12.1879, όπως παρατίθεται στο Αλέκα Καραδήμου-Γερολύμπου, Μεταξύ Ανατολής και Δύσης: Βορειοελλαδικές πόλεις στην περίοδο των οθωμανικών μεταρρυθμίσεων, Τροχαλία, Αθήνα 1997, σ. 298.
[7] Για περισσότερα βλ. το ιδιαίτερα εκτενές έργο του Ευάγγελου Χεκίμογλου, Ο Νικόλαος Μάνος και ο Μεσοπόλεμος στη Θεσσαλονίκη, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2010.
[8] Ερμής, 10.10.1880, όπως παρατίθεται στο Κ. Τομανάς, Χρονικό της Θεσσαλονίκης (1875-1920), ό.π., σ. 45.
[9] Κ. Τομανάς, Χρονικό της Θεσσαλονίκης (1875-1920), ό.π., σ. 45 & Αλ. Καραδήμου-Γερολύμπου, Μεταξύ Ανατολής και Δύσης…, ό.π., σ. 214.
[10] Αλ. Καραδήμου-Γερολύμπου, Μεταξύ Ανατολής και Δύσης…, ό.π., σ. 164-165.
[11] Ερμής, 4.7.1880, όπως παρατίθεται στο Αλ. Καραδήμου-Γερολύμπου, Μεταξύ Ανατολής και Δύσης…, ό.π., σ. 299.
[12] Ερμής, 10.10.1880, όπως παρατίθεται στο Κ. Τομανάς, Χρονικό της Θεσσαλονίκης (1875-1920), ό.π., σ. 42.
[13] Ερμής, 16.5.1880, 23.5.1880, 3.6.1880, 17.6.1880, 4.7.1880 και Φάρος της Μακεδονίας, 15.9.1881, όπως παρατίθενται στο Αλ. Καραδήμου-Γερολύμπου, Μεταξύ Ανατολής και Δύσης…, ό.π., σ. 185-190, 213-215.
[14] Αλ. Καραδήμου-Γερολύμπου, Μεταξύ Ανατολής και Δύσης…, ό.π., σ. 190.
[15] Ερμής, 10.10.1880, όπως παρατίθεται στο Κ. Τομανάς, Χρονικό της Θεσσαλονίκης (1875-1920), ό.π., σ. 68.

Πρώτη δημοσίευση: calendar.alterthess.gr

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Scroll to Top