Δικαστική δικαίωση για τον Μιχάλη Τρεμόπουλο

Από το μέλος της Γραμματείας των Οικολόγων Πράσινων ο Ιωάννης Τσιτουρίδης, αδελφός του πρώην υπουργού Σάββα Τσιτουρίδη, ζητούσε 1.000.000 ευρώ για δηλώσεις του σε τηλεοπτικό σταθμό. Δικαστική απόφαση απορρίπτει την αγωγή «στο σύνολό της ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη» και επιβάλλει στον ενάγοντα την πληρωμή 20.000 ευρώ.
Δείτε το Δελτίο Τύπου για το θέμα και το σκεπτικό της απόφασης.

Νίκη της ελεύθερης έκφρασης!

Για νίκη της ελεύθερης έκφρασης και πλήρη δικαίωση μίλησαν σήμερα σε συνέντευξη Τύπου οι Οικολόγοι Πράσινοι στη Θεσσαλονίκη.

Η δικαίωση αφορά τον Μιχάλη Τρεμόπουλο, νομαρχιακό σύμβουλο Θεσσαλονίκης και μέλος της Γραμματείας των Οικολόγων Πράσινων, από τον οποίο ο Ιωάννης Τσιτουρίδης, αδελφός του πρώην υπουργού Σάββα Τσιτουρίδη, ζητούσε 1.000.000 ευρώ για δηλώσεις του σε τηλεοπτικό σταθμό σχετικά με το σκάνδαλο του «καρτέλ γάλακτος», την εμπλοκή του κ. Πανάγου Αναγνωστόπουλου, συμβούλου του πρώην υπουργού και του Π. Ψωμιάδη αλλά και την ύπαρξη «ομάδας Βρυξελλών».

Η απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που απορρίπτει την αγωγή «στο σύνολό της ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη» και επιβάλλει στον ενάγοντα την πληρωμή των δικαστικών εξόδων, τα οποία προσδιορίζει στις 20.000 ευρώ, χαρακτηρίστηκε καταπέλτης.

Ο αδελφός του πρώην υπουργού κ. Σάββα Τσιτουρίδη ζητούσε με αγωγή το ποσό τους ενός εκατομμυρίου ευρώ, με το αιτιολογικό ότι οι εναγόμενοι παρουσίασαν τον ίδιο ως συνεργαζόμενο με πρόσωπα, στα πλαίσια της «παρέας Βρυξελλών» και αναπτύσσοντας παρασκηνιακή και εξωθεσμική δραστηριότητα. Επίσης, ότι μια από αυτές τις δραστηριότητες, στην οποία συμμετείχε και ο κατηγορούμενος για τα εγκλήματα της εκβίασης και της δωροληψίας κ. Πανάγος Αναγνωστόπουλος, ήταν ότι άσκησε πιέσεις προκειμένου να οδηγηθεί σε παραίτηση από τη θέση του προέδρου της «Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης Α.Ε.» ο κ. Χρήστος Κοσκινάς.

Η απάντηση του κ. Τρεμόπουλου ήταν ότι έμεινε στην πολιτική ουσία των πραγμάτων και δεν επεκτάθηκε ούτε και αποσκοπούσε σε πολιτικές επιθέσεις απέναντι σε οποιονδήποτε ενώ η όποια αναφορά στον κ. Γιάννη Τσιτουρίδη έγινε στα πλαίσια άσκησης πολιτικής κριτικής σε παράγοντες του χώρου της Νέας Δημοκρατίας για την ακολουθούμενη πολιτική όσον αφορά τον τομέα των τροφίμων.

Γίνεται φανερό ότι η εντεινόμενη αυτή πρακτική, οι αγωγές εκατομμυρίων ευρώ εναντίον ενεργών πολιτών, δημοσίων προσώπων και δημοσιογράφων, στην ουσία θέτουν σε κίνδυνο το ίδιο το δικαίωμα της δημοκρατικής έκφρασης των στοχασμών και της πολιτικής ελευθερίας, αφού επιδιώκεται η επιβολή κυρώσεων σε βάρος όποιου εκστομίζει ένα όνομα, όχι για να το συνδέσει με έκνομες δραστηριότητες ή προσβλητικούς και υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς αλλά απλώς και μόνο για να το συνδέσει με πολιτικές δραστηριότητες, έχοντας δικαιολογημένο πολιτικό ενδιαφέρον.

Με παραπλήσιο περιεχόμενο, κατατέθηκε και άλλη αγωγή τους ενός εκατομμυρίου ευρώ του κ. Γιάννη Τσιτουρίδη εναντίον του τηλεοπτικού σταθμού ΑΝΤΕΝΑ και του κ. Μιχάλη Τρεμόπουλου, η οποία ματαιώθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών.

<!– /* Style Definitions */ p.MsoNormal, li.MsoNormal, div.MsoNormal {mso-style-parent:””; margin:0cm; margin-bottom:.0001pt; mso-pagination:widow-orphan; font-size:12.0pt; font-family:”Times New Roman”; mso-fareast-font-family:”Times New Roman”;} @page Section1 {size:595.3pt 841.9pt; margin:72.0pt 90.0pt 44.95pt 90.0pt; mso-header-margin:35.4pt; mso-footer-margin:35.4pt; mso-paper-source:0;} div.Section1 {page:Section1;} –>

Το δικαστήριο δέχτηκε ότι αποδείχθηκαν

τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

«Περί τον μήνα Σεπτέμβριο του 2006 όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης απασχολήθηκαν έντονα με το μείζον πολιτικό θέμα της καταγγελθείσας απόπειρας δωροληψίας από μέλος της επιτροπής ανταγωνισμού και συνεργάτες του, προκειμένου να εκδοθούν ευνοϊκές αποφάσεις προς όφελος μίας μεγάλης γαλακτοβιομηχανίας, η οποία αντιμετώπιζε κατηγορίες περί νοθεύσεως του υγιούς ανταγωνισμού και εκκρεμούσε ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού η έκδοση απόφασης.

Ακολούθησαν έρευνες για την υπόθεση αυτή οι οποίες οδήγησαν στη σύλληψη προσώπων, που διέθεταν έντονη πολιτική δράση και φέρονταν να έχουν σχέση με κρατικούς φορείς και επιχειρήσεις του δημοσίου. Η υπόθεση αυτή προκάλεσε οξεία πολιτική διαμάχη ανάμεσα στην κυβέρνηση και την αντιπολίτευση. Στις 14/9/2006. ο τηλεοπτικός σταθμός ΑΛΤΕΡ στο πλαίσιο του κεντρικού δελτίου ειδήσεων μετέδωσε θέμα σχετικό με τη σύλληψη και τις δραστηριότητες των συλληφθέντων για την ως άνω υπόθεση. Στο δελτίο αυτό κεντρικός παρουσιαστής ήταν ο δημοσιογράφος Άκης Παυλόπουλος, δεύτερος εναγόμενος και διευθυντής ειδήσεων και ενημέρωσης ο Κοσμάς Σφαέλος, πρώτος εναγόμενος. Κατά την τηλεοπτική προβολή του συγκεκριμένου θέματος, έγινε εκτενής αναφορά στην υπόθεση και μεταδόθηκαν ρεπορτάζ που περιείχαν πολιτικές δηλώσεις, εκτιμήσεις και διαμάχες ανάμεσα σε πολιτικά πρόσωπα, που εκπροσωπούσαν τα κόμματα της συμπολίτευσης και της αντιπολίτευσης. Μεταξύ των προσώπων που εμφανίσθηκαν στο δελτίο ήταν και ο τρίτος εναγόμενος, Μ. Τρεμόπουλος, ο οποίος εμφανίσθηκε σε απευθείας μετάδοση στο δελτίο («τηλεοπτικό παράθυρο»).

Ο τελευταίος είναι πολιτικό πρόσωπο με πολύχρονη ενεργό συμμετοχή στην τοπική αυτοδιοίκηση Θεσσαλονίκης ενώ την επίμαχη περίοδο, ήτοι κατά τις εκλογές του Οκτωβρίου του 2006, υπήρξε υποψήφιος Νομάρχης Θεσσαλονίκης όπου και εκλέγεται σταθερά από το έτος 1998 νομαρχιακός σύμβουλος. Λόγω της πολιτικής του αυτής δράσης, κλήθηκε από το σταθμό να εκθέσει τις απόψεις-του και τις πολιτικές του θέσεις σχετικά με τη δραστηριοποίηση του ενός από τους εμπλεκομένους, τον Π. Αναγνωστόπουλο, στο προαναφερόμενο σκάνδαλο στην αντίπαλη πολιτική παράταξη. Κατά τη συνέντευξη του αυτή ωστόσο ο τρίτος εναγόμενος αναφέρθηκε ονομαστικά και στον ενάγοντα. Συγκεκριμένα ο ανωτέρω ανέφερε σε βάρος του ενάγοντος, όπως αυτά προκύπτουν από το ακριβές απομαγνητοφωνημένο απόσπασμα της συνέντευξής του, που παρατίθεται κάτωθι επί λέξει τα εξής:

«…ΤΡΕΜΟΠΟΥΛΟΣ: προηγείται η αλήθεια, όπως εμείς ακριβώς την εννοούμε. Αλλά εδώ στη συγκεκριμένη περίπτωση, εμείς επί οκτώ χρόνια δεν υπηρετήσαμε, ούτε συναλλαχθήκαμε ούτε με τη διοίκηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. ούτε της Νέας Δημοκρατίας Τώρα όμως υπάρχουν και αποδείξεις Όταν δηλαδή στη συγκεκριμένη παρέα των Βρυξελλών που λέμε, έπαιζε ρόλο ο κύριος Αναγνωστόπουλος και στη ζάχαρη όπως λέτε. Έτσι; Και έχουμε στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας εξαιρετικού ήθους που είχα την ευκαιρία να τον γνωρίσω στο Νομαρχιακό Συμβούλιο, ο κύριος Κοσκινάς, αναγκάστηκε να παραιτηθεί, ακριβώς επειδή δεχότανε πιέσεις.

Α. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ: Από ποιον δεχότανε ο κύριος Κοσκινάς πιέσεις;

Μ. ΤΡΕΜΟΠΟΥΛΟΣ: Δεχότανε πιέσεις από αυτή την ομάδα, τους τρεις των Βρυξελλών. Δηλαδή Αναγνωστόπουλος, Τσουτσοπλίδης, Τσιτουρίδης Γιάννης, οι οποίοι αντίστοιχα κατέχουν σήμερα – γιατί ήταν στη ζάχαρη – και σήμερα κατέχουν θέση, ο ένας Γενικός Γραμματέας του υπουργείου Απασχόλησης, τον πήρε ο κύριος Τσιτουρίδης στην Αθήνα από το Φεβρουάριο του 2006.

Α. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ: Ο αδελφός του υπουργού;

Μ. ΤΡΕΜΟΠΟΥΛΟΣ: και ο κύριος Τσιτουρίδης, ο αδελφός, που ήταν μέλος αυτής της παρέας και επίσημη εμπειρία στα ευρωπαϊκά προγράμματα, είναι σήμερα Γενικός Γραμματέας του υπουργείου Ανάπτυξης.

Α.ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ: Και πίεζε ο αδελφός του υπουργού τον πρώην υφυπουργό Γεωργίας; Τον κύριο Κοσκινά;

Μ. ΤΡΕΜΟΠΟΥΛΟΣ: Εεε, κοιτάξτε η αντιπαλότητα του κυρίου Κοσκινά ήτανε με αυτούς τους, με αυτή την ομάδα, αλλά ταυτόχρονα και με δύο υψηλά στελέχη της Νέας Δημοκρατίας στη Θεσσαλονίκη. Είχε αντιταχθεί στην ιδιωτικοποίηση της ζάχαρης, όταν έκανε μια πρόταση…

Α.ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ: Μάλιστα.

Γ.ΒΑΡΕΜΕΝΟΣ: Πάντως εσείς κύριε Τρεμόπουλε …

Μ. ΤΡΕΜΟΠΟΥΛΟΣ: …για δύο εργοστάσια 260 εκατομμυρίων ευρώ. Τα οποία και πάνε να τα δώσουν στους ιδιώτες».

Ο ενάγων διατείνεται ότι τα παραπάνω αναφερόμενα στο πρόσωπό του τυγχάνουν ψευδή και συκοφαντικά αφού, όπως ο ίδιος επικαλείται, τον εμφανίζουν ότι «αποτελούσε μαζί με τον Π. Αναγνωστόπουλο, κατηγορούμενο, στην υπόθεση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, και το γενικό γραμματέα Τσουτσοπλίδη, μέλος της ομάδας των «τριών των Βρυξελλών», η οποία αφήνεται να εννοηθεί ότι είχε εξωθεσμική – παρασκηνιακή δράση, σχετική με τη διαχείριση ευρωπαϊκών κονδυλίων, ότι η ομάδα αυτή ασκούσε παρασκηνιακά πιέσεις, προφανώς για την ικανοποίηση ιδίων συμφερόντων των μελών της και οδήγησε σε παραίτηση τον Χ. Κοσκινά και ότι ο ενάγων, που δήθεν εμπλέκεται σε όσα ψευδώς του καταλογίζονται από τους εναγομένους είναι σήμερα ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Ανάπτυξης». Έτσι, όπως επίσης ο ίδιος αιτιάται, παρουσιάζεται ως ένα άτομο ανήθικο και διαπλεκόμενο, που έχει σχέση με κατηγορούμενο για ποινικά αδικήματα που αποτελούν την κοινή γνώμη, και που μάλιστα είχε συνεργασία μαζί του, μετερχόμενος παρασκηνιακούς και προφανώς δόλιους τρόπους για να επιτύχει ίδιος όφελος ενώ οι αθέμιτες πιέσεις που άσκησε, στο πλαίσιο της ως άνω παρέας, είχαν ως αποτέλεσμα την παραίτηση του Χ. Κοσκινά. Από την επισκόπηση όμως του απομαγνητοφωνημένου κειμένου της εκπομπής, όπως αυτό παρατίθεται κατά το ακριβές του περιεχόμενο ως άνω και την εκτίμηση του περιεχομένου του, σαφώς προκύπτει ότι σε κανένα σημείο του επίμαχου δελτίου δεν αναφέρεται από τον τρίτο εναγόμενο αφενός μεν ότι η ομάδα των Βρυξελλών είχε εξωθεσμική ­παρασκηνιακή δράση, σχετική με τη διαχείριση ευρωπαϊκών κονδυλίων αφετέρου ότι ο Χ. Κοσκινάς δέχθηκε πιέσεις από την ομάδα των Βρυξελλών για την ικανοποίηση ιδίων συμφερόντων των μελών της, που οδήγησε σε παραίτησή του. Τα παραπάνω, εξάλλου, όχι μονάχα δεν αναφέρονται ρητά αλλά ούτε και υπονοούνται από το ύφος της συγκεκριμένης συνέντευξης. Έτσι τα όσα ως άνω ο ενάγων αποδίδει στον τρίτο εναγόμενο αποτελούν δικά του αυθαίρετα συμπεράσματα και δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Περαιτέρω ο χαρακτηρισμός από τον τρίτο εναγόμενο του ενάγοντος ως μέλος της ομάδας των Βρυξελλών δεν αποδείχθηκε ότι ενέχει καταφρονητικό χαρακτήρα. Τούτο διότι, όπως σαφώς προκύπτει από τα δημοσιεύματα της περιόδου εκείνης, που προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως ΟΙ εναγόμενοι, ως μέλη της «ομάδας των Βρυξελλών» είχαν χαρακτηρισθεί, ήδη από την περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ, πολιτικά πρόσωπα προερχόμενα από την αντιπολιτευόμενη τότε παράταξη της Νέας Δημοκρατίας, τα οποία υπηρετούσαν σε διάφορες θέσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και είχαν αναπτύξει έντονη πολιτική δράση στους κόλπους της Κομισιόν για ζητήματα ευρύτερου πολιτικού και κοινωνικού ενδιαφέροντος, τηρούσαν δε σκληρή αντιπολιτευτική στάση στην τότε Κυβέρνηση. Επρόκειτο, επομένως, για πολιτικό όρο, που είχε επικρατήσει στον πολιτικό και δημοσιογραφικό χώρο και χαρακτήριζε πρόσωπα Ι που συνδέονταν μεταξύ τους με κοινό στοιχείο την ανάπτυξη πολιτικής δράσης σε κοινό τόπο ήτοι στις Βρυξέλλες στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σε καμία περίπτωση ο όρος αυτός δεν είχε αρνητική σημασία) ούτε προσέδιδε μομφή στα αναφερόμενα, ως συμμετέχοντα σ’ αυτή/την ομάδα) πρόσωπα. Έτσι, η αναφορά από τον ως άνω εναγόμενο ότι ο ενάγων ανήκε στην ομάδα των Βρυξελλών δεν ήταν πρόσφορη να μειώσει την τιμή και την υπόληψή του. Εξάλλου, πράγματι, ο ενάγων στο παρελθόν είχε υπηρετήσει στις Βρυξέλλες ως κοινοτικός υπάλληλος. Το γεγονός δε, ότι ως μέλος της παραπάνω ομάδας αναφέρεται από τον τρίτο εναγόμενο και ο Π. Αναγνωστόπουλος, ο οποίος φερόταν εμπλεκόμενος στο προαναφερόμενο σκάνδαλο της γαλακτοβιομηχανίας, επίσης δεν ήταν πρόσφορο να θίξει την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντος, αφού μόνη η αναφορά σε τυχόν φιλική ή επαγγελματική σχέση ενός ατόμου με πρόσωπο που φέρεται να εμπλέκεται στην τέλεση αξιόποινων πράξεων δεν αρκεί για να δημιουργήσει στο τηλεοπτικό κοινό την εντύπωση ότι και ο ίδιος εμπλέκεται στις παραπάνω πράξεις. Περαιτέρω ο ισχυρισμός του τρίτου εναγομένου περί ασκήσεως έντονων πιέσεων από την ομάδα των Βρυξελλών στον τότε πρόεδρο της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης, Χρήστο Κοσκινά, εξαιτίας των οποίων αναγκάσθηκε να παραιτηθεί, δεν είναι συκοφαντικός, αφού ο ίδιος δεν επικαλέσθηκε ούτε υπαινίχθηκε παρασκηνιακές, αθέμιτες ή ύποπτες πιέσεις από την ως άνω ομάδα, που αποσκοπούσαν στην εξυπηρέτηση ιδίων συμφερόντων της. Το γεγονός ότι, αναφερόμενος ο τρίτος των εναγομένων στην υπόθεση της ιδιωτικοποίησης της εταιρίας «Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης ΑΕ», δήλωσε ότι οι πιέσεις από την ομάδα των Βρυξελλών, στην οποία ανήκε και ο ενάγων, σε βάρος του Χ. Κοσκινά ασκήθηκαν γιατί ο τελευταίος «είχε αντιταχθεί στην ιδιωτικοποίηση της ζάχαρης για δύο εργοστάσια 260 εκατομμυρίων ευρώ, τα οποία και πάνε να τα δώσουν στους ιδιώτες» δεν ενέχει μομφή επιδίωξης ιδιοτελών αθέμιτων σκοπών από τον ενάγoντα αλλά αναφέρεται στην ιδιωτικοποίηση της ανωτέρω επιχείρησης ως πολιτική επιλογή και πράξη. Σε κάθε περίπτωση μόνη η δήλωση περί πιέσεων δεν είναι ικανή να τρώσει την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντος καθώς, αναφέρεται σε πολιτικές πιέσεις και τέτοιες παρατηρούνται στο χώρο της πολιτικής. Τέλος, η αναφορά ότι ο ενάγων κατείχε τη θέση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Ανάπτυξης αν και δεν αποδείχθηκε αληθής, δεν είναι προσβλητική για την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντος, αφού. δεν συνδέεται με οποιοδήποτε αρνητική υπόνοια ή δήλωση. Υπό τα δεδομένα αυτά, δεν αποδείχθηκε ότι τα αναφερόμενα από τον τρίτο εναγόμενο σχετικά με το πρόσωπο του ενάγοντος ειπώθηκαν με την έννοια που ο ενάγων στην αγωγή του προσδίδει. Επιπλέον, οι επίμαχες φράσεις που αφορούσαν στο πρόσωπο του ενάγοντος δεν ήταν πρόσφορες, κατ’ αντικειμενική κρίση, να προσβάλουν την τιμή και την υπόληψη του τελευταίου, αφού, κατά την κοινή αντίληψη, δεν περιέχουν κάποια αρνητική αξιολογική κρίση ή μεταχείριση τέτοια που να δηλώνει έλλειψη εκτίμησης του τρίτου εναγομένου προς τον ενάγοντα, σχετική με την κοινωνική και ηθική του αξία και συνεπώς δεν περιέχουν τα στοιχεία που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση της συκοφαντικής δυσφήμισης αλλά ούτε της απλής δυσφήμισης και της εξύβρισης. Επομένως, η αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα ως προς τον τρίτο εναγόμενο. Συνακόλουθα και εφόσον, αποδείχθηκε ότι τα αναφερόμενα από τον τελευταίο, στο πλαίσιο του συγκεκριμένου δελτίου ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθμού Alter, του οποίου παρουσιαστής ήταν ο δεύτερος εναγόμενος, ο δε πρώτος εξ αυτών ως διευθυντής ειδήσεων και ενημέρωσης του σταθμού επέτρεψε την τηλεοπτική τους μετάδοσή, δεν στοιχειοθετούν τα ανωτέρω εγκλήματα κατά της τιμής του ενάγοντος, η αγωγή τυγχάνει απορριπτέα και ως προς τους λοιπούς εναγομένους. Άλλωστε για το επίμαχο δελτίο και παρά τη σχετική καταγγελία από τον αδελφό του ενάγοντος, Σάββα Τσιτουρίδη για ανακριβή μετάδοση ειδήσεων, μεταξύ άλλων και σε ό,τι αφορούσε στο πρόσωπο του ενάγοντος, προς το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο, δεν επεβλήθηκε οποιαδήποτε κύρωση στον τηλεοπτικό σταθμό Alter (βλ. φωτοαντίγραφο της από 2-3-2007 και με αριθμό πρωτ. 396/2007 εισηγητικής έκθεσης του Ειδικού Επιστήμονα, ΔΝ, Γεωργίου Αναγνωσταρά προς την Ολομέλεια του ΕΣΡ σε συνδ. με το φωτοαντίγραφο του πρακτικού της 15ης Συνεδρίασης του 2007 του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης). Ενόψει των ανωτέρω, η υπό κρίση αγωγή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των εναγόντων πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του ενάγοντος, λόγω της ήττας του (176 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει την αγωγή.

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα των εναγομένων σε βάρος του ενάγοντος, τα οποία προσδιορίζει στο ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) Ευρώ.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Scroll to Top