Του Γιαννη Σουλιωτη
Σε έργο εμπρηστών αποδίδει και επισήμως πλέον η Διεύθυνση Αντιμετώπισης Εγκλημάτων Εμπρησμού (ΔΑΕΕ) την καταστροφική πυρκαγιά της Πάρνηθας. Από τις εργαστηριακές έρευνες που ολοκληρώθηκαν (και τυπικά) χθες προκύπτει ότι αντικείμενα που συνελέγησαν από το σημείο εκδήλωσης της πυρκαγιάς και αρχικά θεωρήθηκαν «σκουπίδια του δάσους» επρόκειτο τελικά για αυτοσχέδιους εμπρηστικούς μηχανισμούς. Σύμφωνα με όσα αποκάλυψε στην «Κ» κορυφαίος αξιωματικός της ΔΑΕΕ τρία γυάλινα μπουκάλια μπίρας, πράσινου χρώματος, που είχαν βρεθεί κοντά στον οικισμό «Στεφάνη» των Δερβενοχωρίων αποδείχτηκε έπειτα από εργαστηριακή έρευνα ότι περιείχαν βενζίνη. Σύμφωνα με τον ίδιο, το σημείο όπου εντοπίστηκαν τα μπουκάλια φαίνεται να ενισχύει περαιτέρω την εκδοχή του εμπρησμού.
Λέει χαρακτηριστικά: «Τα μπουκάλια βρέθηκαν σε απόσταση τριών χιλιομέτρων από το σημείο που αρχικά εκδηλώθηκε η πυρκαγιά, μπροστά από τη γραμμή άμυνας των δυνάμεων πυρόσβεσης και πιο κοντά στον εθνικό δρυμό. Tο γεγονός αυτό μαρτυρά ότι ο εμπρηστής κινούνταν μπροστά από τις δυνάμεις της Πυροσβεστικής και εξηγεί τις μαρτυρίες των αξιωματικών που ανέφεραν έκπληκτοι ότι νέες εστίες ξεπηδούσαν διαρκώς μπροστά τους». Η ίδια πηγή αναφέρει ότι τα μπουκάλια με τη βενζίνη ήταν «βαθιά μέσα στο δάσος σε σημείο δύσκολα προσβάσιμο» και εντοπίστηκαν καθ’ υπόδειξη βοσκού της περιοχής.
To πόρισμα των εργαστηριακών ερευνών της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Εγκλημάτων εμπρησμού συντάχθηκε στις 8 Οκτωβρίου πρωτοκολλήθηκε ωστόσο μόλις χθες, τέσσερις σχεδόν μήνες μετά την εκδήλωση της φωτιάς που έκαψε 54.000 στρέμματα δάσους. «Η έρευνα καθυστέρησε λόγω φόρτου εργασίας, καθώς έχει συλλεγεί και εξετάζεται πλήθος αντικειμένων», αναφέρουν καλά πληροφορημένες πηγές. Εκτός από την περίπτωση της Πάρνηθας, στην «ταυτοποίηση» τριών ακόμα εμπρηστικών μηχανισμών προχώρησε η ΔΑΕΕ.
Η μία περίπτωση αφορά σκεύασμα που βρέθηκε στη θέση «Λυκόρεμα» στο Ν. Βουτζά (2 Ιουλίου) και περιείχε βενζίνη, η δεύτερη μια τσάντα και ένα κομμάτι ύφασμα ποτισμένα με βενζίνη που βρέθηκαν στο σημείο απ όπου ξεκίνησε η φωτιά στη Σταμάτα (29 Ιουλίου). Τέλος, πιστοποιήθηκε -και επίσημα- ότι μπουκάλι που είχε βρεθεί σε ρέμα στη Ν. Ερυθραία περιείχε αντί νερού βενζίνη. «Ερευνάται πλέον εάν πρόκειται για κοινό σχέδιο εμπρησμού ή για ανεξάρτητες μεταξύ τους περιπτώσεις», σχολιάζει κορυφαίος αξιωματικός της Πυροσβεστικής.
To πρωτότυπο:
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ell_4020_23/10/2007_246205
Αντεξαν τα κορμοδέματα, δεν φούσκωσαν τα ρέματα
Τανια Γεωργιοπουλου-Λινα Γιανναρου
Θετικά ήταν τα αποτελέσματα του πρώτου τεστ «αντοχής» τόσο στην Πάρνηθα όσο και στις υπόλοιπες πυρόπληκτες περιοχές στις έντονες βροχοπτώσεις του τριημέρου, δεδομένου ότι τα προβλήματα που καταγράφηκαν ήταν «ελεγχόμενα». Ωστόσο, έως αργά χθες το βράδυ, κάτοικοι και υπηρεσίες βρίσκονταν σε γενική επιφυλακή για παν ενδεχόμενο.
«Η Πάρνηθα τα πήγε πολύ καλά», λέει χαρακτηριστικά στην «Κ» ο δασάρχης κ. Γιώργος Αμοργιανιώτης. «Δεν μεταφέρθηκε χώμα κάτω, που ήταν ο βασικός στόχος. Ολα πήγαν καλά». Αξίζει να σημειωθεί ότι το συνολικό μήκος των κορμοδεμάτων που έχουν τοποθετηθεί στο πυρόπληκτο βουνό φθάνει τα 2.500 χιλιόμετρα – «όση είναι η απόσταση από εδώ στη Γερμανία», όπως λέει ο ίδιος. Τα αντιπλημμυρικά έργα, τα οποία ολοκληρώθηκαν μόλις πριν από λίγες ημέρες (απομένει μόνο η κατασκευή κάποιων λίθινων φραγμάτων), επιβράδυναν την «κάθοδο» των ομβρίων υδάτων στα ρέματα, ενώ συγκράτησαν το χώμα και τα αδρανή υλικά. Ισως η πυρκαγιά στο Εθνικό Δρυμό να είχε και ένα θετικό αποτέλεσμα. Οπως ανέφερε ο υφυπουργός ΠΕΧΩΔΕ κ. Θεμιστοκλής Ξανθόπουλος, μιλώντας στο ραδιόφωνο του «Αντέννα», «για πρώτη φορά στην Αττική λόγω της πυρκαγιάς στην Πάρνηθα τέσσερις μεγάλες εργολαβίες δούλευαν επί 2,5 μήνες εντατικά σε μεγάλα ρέματα, στον Κηφισό πάνω από τις Τρεις Γέφυρες, στη Γιαννούλα, στον Αγιο Γεώργιο, δηλαδή στο Θριάσιο Πεδίο, και στο Σαρανταπόταμο και στην Εσχατιά». Οσον αφορά στις πυρόπληκτες περιοχές συνολικά, ο κ. Ξανθόπουλος φάνηκε αισιόδοξος, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι «θα έχουμε μειωμένα φαινόμενα πλημμυρών».
Είσαστε κατά των εμπρηστών.
Και ποιος δεν είναι.
Πώτησα όμως έναν ετοιμοθάνατο, που δεν νοσηλεύονταν γιατί δεν υπήρχε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας στον τόπο του και μου είπε αντίθετα από όσα πρεσβεύουμε εσείς κι εγώ.
με παρακάλεσε μάλιστα σαν τελευταία του επιθυμία, να τα δημοσιεύσω, «μιας και είσαι γραφιάς».
Ας έχει γαίαν ελαφράν.
Το κάνω:
ΕΝΑΣ ΕΜΠΡΗΣΤΗΣ ΜΙΛΑΕΙ
Είδα το φως στο χώμα ετούτο. Που θα πει,
φάνηκα εδώ
για να δουλέψω και να φάω απ’ αυτό.
Σ’ ένα σχολείο επήγα,
τέτοιο καθώς ο νόμος σας το ήθελε-
ο νόμος που με τ’ όπλο σας στον κρόταφό μου
να υπογράψω με αναγκάσατε.
Εκεί με μάθατε ότι πρέπει “ναι” να λέω
σε σας όπου με κλέβετε και με σκοτώνετε
και “όχι” σ’ όσους θέλουνε να κλέψουν
και να σκοτώσουν τους φονιάδες μου-εσάς.
Μεγάλωσα. Μου είπατε πως για να ζήσω
έπρεπε μια δουλειά κι εγώ να κάνω,
που τα εννιά της θα επλούτιζαν εσάς
και το ένα της θα ήτανε δικό μου.
Και σας εδούλεψα.
Όμως δεν μπόρεσε η βια σος να τσακίσει
εκτός απ’ το κορμί μου και το νου.
Αυτός σκεφτότανε και σκέφτεται ακόμα.
Είδα εκατομμύρια να μου κλέβετε
και να πνιγόσαστε μ’ αυτά στον πλούτο.
Είδα να χτίζετε τις βίλες σας με το αίμα
κεινών που πέθαναν στην άσφαλτο
από τις ρόδες αμαξιών,
γιατί το χρήμα που ήτανε για να φτιαχτεί ο δρόμος
έχτισε τα παλάτια σας.
Πήρα ένα όπλο κι ηρθα να πάρω πίσω τα λεφτά μου
μα οι μπράβοι σας,
οι πληρωμένοι με τα ίδια μου λεφτά,
μου πήραν τα’ όπλο και με φυλακίσανε.
Είδα να κάνετε ταξίδια με καράβια
που του λαού επλήρωσε η δουλειά,
και ο νησιώτης τρόπο να μην έχει
στον τόπο του να πάει ,γιατί
μες στα καράβια του εσείς γλεντούσατε.
Και ήρθα να ζητήσω τα καράβια
κι οι μπράβοι σας με πέταξαν στη θάλασσα.
Εκατοντάδες τ’ “ατυχήματα” τα εργατικά
κάθε χρονιά.
Σωρός οι εργάτες πεθαμένοι,
σωροί το χρήμα το κλεμένο
«για να δείξουμε στους ξένους πως μπορούμε
να κάνουμε κι εμείς καλούς Ολυμπιακους».
(γιατί να δείξετε τρομάρα σας;
Νοσοκομεία δεν έχετε οι αγώνες σας εμάραναν;
Και να τους κάνατε κι εσείς…)
Ποιον από σας,
οι σκουξιές,
απ’ τη διασκέδασή σας σάς απόσπασαν,
των πατεράδων, των μανάδων, των αγαπητικών,
για τους λεβέντες που εχάθηκαν;
Ήρθα να πάρω από τα χέρια σας μια φέτα απ’ το ψωμί μου-
ψωμί που εγώ εφύτεψα και θέρισα και άλεσα και ζύμωσα,
καί με κλωτσιές με διώξατε,
Αρρώστησα
και με αφήσατε σαν το σκυλί στο δρόμο να πεθάνω.
Κι έπιασα κι έλυσα ένα γήπεδο του γκολφ σας
και είδα να ‘ναι από πολλές φτιαγμένο μπάλλες ποδόσφαιρου,
που μέσα τις επήρατε απ’ των μικρών παιδιών μου τα όνειρα,
χαρούλες παιδικές ποδοπατώντας.
Και το τρισεκατομμύριο εκύτταξα
που ο πρωθυπουργός σας έκλεψε
απ’ του λαού το στόμα,
κι από το νου κι απ’ τη χαρά,
κι είδα σε κάθε μια δραχμή κι ένανε θάνατο,
κι άκουσα μες στου κάθε δεκαχίλιαρου το θρο μια
δυστυχία,
και μύρισα σαπίλα και βρωμιά σε κάθε μάτσο κλοπιμαίο,
Κι εκείνοι που τους μάθατε να μη σκεφτώνται
λένε πως τα λεφτά
δεν είναι του πρωθυπουργού αλλά του θειου του.
Και όταν λέω αυτά
γυρνάτε και μου λέτε: “Μα τίηοτα
δε σου αρέσει εσένα πια;”
Και φέρνω στο μυαλό μου
TO φασιστόμουτρο, τον αρχικλέφτη Μακρυγιάννη,
που τίποτα δεν του άρεσε
και σήμερα είναι ο “τίμιος αγωνιστής”.
Σωστά βεβαίως καθ’ υμάς,
αφού ήταν σάρκα από τη σάρκα σας.
Και λέω, αν το λαό δεν είχατε αποβλακώσει,
θα ‘τανε Μακρυγιάννης ένας φωνακλάς και ο λαός-
μόνο αυτός κλεμμένος κι όχι κλέφτης,
και δημοκράτης κι όχι φασιστόμουτρο-
και μία επανάσταση θα έκανε
που θα ‘φερνε στον τόπο μου το δίκιο…
Εκατομμύρια οι φτωχοί στον τόπο αυτόν των δέκα
εκατομμυρίων.
Και πάει η τηλεόραση και δείχνει,
και λέει και ξαναλέει ο νέος πρεπολόγος σας
και δείχνουνε οι κάμερες για ένα λεφτό τη δυστυχία,
κι αμέσως ύστερα γυρίζουνε στο γεύμα
που ο πρωθυπουργός σας
στους άρπαγες λακέδες του “παρέθεσε”…
Τα θέλει όλα αυτά ο ήλιος;
Αν ναι, θα σβήσω τον ήλιο.
Τα θέλει ο ουρανός αυτά; Αν ναι,
μια δίκοπη λεπίδα θα βυθίσω
στα μπλε τα λίπη της χοντροκοιλιάς του.
Το θέλουνε αυτό οι καλοντυμένοι κλέφτες; Αν ναι,
θα πω μες στο τσιμέντο να τους χτίσουνε οι εργάτες
μου-
έτσι σκληροί, λάσπη γερή θα φκιάσουν.
Κι αφού άλλο τίποτα να κάνουμε δεν το μπορούμε
ώστε μερίδιο ίσο να ‘χουμε και μεις
στο φως του ήλιου που βρεθήκαμε,
κι αφού μπορούμε
λίγην ισότητα να φέρουμε
στου πράσινου του δάσους την απόλαυση,
ας το κάνουμε.
To πράσινο, μονάχα ΤΟ ακούμε. Μα η ανέχεια,
να πάμε ως εκεί δε μας αφήνει-να το χαρούμε.
Φωτιά λοιπόν να μη το χαίρεστε και σεις.
Μόνο αυτό να κάνουμε μπορούμε
χωρίς το φόβο να μας πιάστε-
ένα στουπί στην ερημιά αναμμένο
και ύστερα με τ’ αυτοκίνητο φευγιό.
Φωτιά!
Όλα εκείνη καθαρίζει.
Αφού σε μας τους πεθαμένους δάσος δε χρειάζεται,
φωτιά στο δάσος!-όπου κι αν θαφτούμε
αδιάφορο΄ είτε αποπάνω μας
απλώνει τα κλαδιά του θείο δάσος,
είτε γυμνό TO χώμα μάς σκεπάζει,
για μας το ίδιο. Καθώς και τώρα
που θαμμένοι
κάτω από τα πλούσια
της αμεριμνησίας σας ελέη,
ζωής καμμιά δε μας φωτίζει αχτίδα.
Τι μένει άλλο πια για μας
από τους εμπρησμούς στα δάση-
κάτι που όπως φαίνεται σας κόφτει;
Φωτιά λοιπόν!
Θόρυβο τόσο εκάνατε ποτέ
για τους νεκρούς της εργασίας ή της ασφάλτου
όσον για της καμένης Πάρνηθας τη γη;
Ποιος από σας εβγήκε
που εκτός από είδηση
αγώνα και σημαία του να κάνει τους νεκρούς
όπως τα δέντρα τα καμένα κάνει;
Εμείς ,χαμένοι για χαμένοι που είμαστε. Εμείς,
έτσι κι αλλιώς,
νεκροί από τη γέννα μας.
Εμείς δε ζούμε έτσι κι αλλιώς. Εμάς λοιπόν
το κάψιμο των δέντρων δε μας βλάφτει διόλου.
Τα δάση που εκάηκαν σας πείραξαν…
Καλά, εσάς σάς πείραξαν.
Μα εμάςί
εμάς!
εμάς!
εμάςί τι μας πειράζει;
Τι μας πειράζει δύστυχοι
φίλοι νεκροί μου ζωντανοί;
Κλέφτες μού τρώνε TO ψωμί και πίνουν στην υγειά
μου…
Κλέφτες εγέμισε η Ελλάδα όλη…
‘Οσοι δεν κλέβουνε είναι κουτοί Ε,λοιπόν,
οι κουτοί εμείς,
ας πάμε με την κουταμάρα μας
να κάψουμε τα δάση όλα της Ελλάδας.
«Τους εμπρηστές!
Τους εμπρηστές πιάστε!»
φωνάζουν όσοι έχουνε γεμάτες τσέπες.
Τους άκουσε κανένας να φωνάζουν:
“Τους κλέφτες!
Τους κλέφτες πιάστε!»;
Άφήστε τους να σκούζουν φίλοι μου.
Τώρα που κάτι βρήκαμε που να τους καίει,
ας τους κάψουμε-οι καμένοι εμείς,
Και “αναδάσωση” ακούς. Ποτέ κανείς δεν είπε “αναδιανομη” (των κλεψιμαιϊκων).
Και ποτέ τους εμπρηστές κανείς δεν έπιασε
της ευτυχίας των φτωχών.
Στραβώνει τα ελληνόπουλα η Παιδεία.
Οι τούρκοι τρίβουνε τα χέρια τους
για την κατάντια των “Δυνάμεων” των ένοπλών μας
Και κανένας τίποτα δεν κάνει
να διορθωθεί η κατάσταση.
Όμως αν δέντρα θα καούν το σύμπαν ξεσηκώνεται.
(γιατί για δέντρα να φωνάζουνε ειν’ εύκολο.
μ’ αν «κάτω οι κλέφτες» θα φωνάξουνε,
οι κλέφτες με τη δύναμη που έχουν
απ’ τα κανάλια θα τους διώξουν, που λυμαίνονται,
κι απ’ του Δημόσιου το ψητό θα τους προγκήξουν-για τέτοια να φωνάζουν είναι τώρα;)
Και όποτε το δίκιο μου ζητήσω,
δικό τους είναι.
Όλα καλά μες στην Ελλάδα,
βάρδα μονάχα ένα δέντρο μην καεί…
Κι αχνογελάω με τη «θλίψη» τη βαριά
που απλώνεται στη φάτσα
των “ανταποκριτών” σας
καθώς τις φλόγες περιγράφουν
που τα δάση τρώνε
όμοια καθώς εσείς τις σάρκες μας ξεσχίζετε.
Γι αυτό πληρώνονται-έτσι για να δείχνουνε
και τετοια για να λένε.
Τι πλύση εγκεφάλου αλήθεια είναι αυτή!
Πώς έχετε τα νέα παιδιά μου καταντήσει
δεκάρα να μη δίνουνε για τους νεκρούς τούς
αδικοχαμένους
όμως να ξεσηκώνονται για δέντρα…
Καλά δουλέψατε αλήθεια όλοι σας
τα τελευταία πενήντα χρόνια:
το πράγμα εκεί ακριβώς που θέλατε το φέρατε.
Όντα εφτιάξατε άβουλα-
αυτό θα πει πολιτικοί!
Εσείς ,λοιπόν οι νόμιμοι και οι φιλήσυχοι πολίτες
όσοι νομίζετε ότι ζείτε,
μην όσα λέω ακούτε.
και τρέξτε τη φωτιά να σβήστε όπου πιάσει.
Εσείς ζωή που θεωρείτε το χιλιάρικο το μήνα για μιστό,
τραβάτε σβήστε τις φωτιές.
Κι αφήστε τους απάνθρωπους εμάς,
τους παλιο-εμπρηστές,
τους παλιανθρώπους,
τους τι τους έφταιξαν τα δάση τα καϋμένα,
τους ακοινώνητους,
τους εκδικητικούς,
δάση να καίμε.
Και φαύλοι εσείς, ακούστε με!
δώστε μας πίσω τις ζωές μας
και τότε δε θα υπάρχουν εμπρηστές.
Μα ως τότε
εμείς θα είμαστε αυτοί.
Δώστε μας πίσω αχρείοι το αίμα μας
και από κάθε επιβουλή
θα υπερασπίζουμε το περιβάλλον σας
που τότε θα ‘ναι και δικό μας.
Μα ως τότε
θα το καταστρέφουμε.
“Από πίττα που δεν τρως μη σε μέλλει κι αν καεί”. λέει η σοφία σας.
“Από πίττα που δεν τρως, κάψτην να μη φάει κανείς” λέει η δικιά μου.
Μόνο έτσι
αν όλα μες στο κράτος σας καούνε,
αν στάχτες όλα θα ‘χουν γίνει
τότε μονάχα να χτιστεί μπορεί
κάτι καινούργιο και ωραίο και σωστό
με αρχιτέκτονες εμάς-
τους εμπρηστές του κάθε άδικου κι απάνθρωπου.
Από τα δάση αρχινάμε.
Πού θα τελειώσουμε αν ρωτάτε,
να! σε άλλη μια φωτιά
που τ’ άθλια πάνω της κορμιά σας
θα πέσουν σαν Λαμπρής σφαχτά –
Λαμπρής που όχι ένας Χριστός σας
μα ένας λαός θ’ αναστηθεί.
Εμπρός λοιπον!
Φωτιά στα δέντρα!
Στη φλόγες η Ελλάδα όλη!
Για να χαθεί αυτή η πατρίδα η στυγνή
και μι’ άλλη να ‘ρθει
για τα παιδιά της όλα στοργική.
Γιώργης Χολιαστός