Το οικολογικό κίνημα στη Θεσσαλονίκη μέχρι το 1983

Όπως έχουμε ξαναγράψει ψηφιοποιούμε το αρχείο της Οικολογικής Κίνησης Θεσσαλονίκης και αναζητούμε από φίλους και μέλη μας τεκμήρια από εκείνη την εποχή. Το παρακάτω άρθρο γράφτηκε από τον Μ. Tρεμόπουλο και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Περιβάλλον και Ρύπανση SOS” τον Ιούλιο του 1983. Το δημοσιεύουμε σήμερα με αφορμή το ότι σε λίγες μέρες έρχονται τα γενέθλια της Οικολογικής Κίνησης που φέτος συμπληρώνει 31 χρόνια δράσης για το περιβάλλον, για την κοινωνία, για τον άνθρωπο.

Η Θεσσαλονίκη- είναι γνωστό- είναι μια πόλη με πολλά προβλήματα. Κουβαλάει στο πετσί της όλες τις επιπτώσεις της γρήγορης και ανεξέλεγκτης «ανάπτυξης» του δύσμορφου καπιταλισμού της χώρας μας, που κατέστρεψε τις πιο όμορφες γωνίες αυτού του τόπου και έσπειρε τη μιζέρια και την αλλοτρίωση.

Μέσα στο πλαίσιο αυτό, μόλις μετά τη μεταπολίτευση άρχισαν να υπάρχουν οι «ενδείξεις» αυτού που ονομάζουμε «κίνημα». Σ’ αυτές τις «ενδείξεις» που οργανωμένες καταστάσεις προώθησαν και διεύρυναν, θα αναφερθούμε.

Μόνο που -χωρίς να έχουμε τις αξιώσεις μιας λεπτομερέστατης καταγραφής- θέλουμε να δηλώσουμε εξαρχής τούτο: Το οικολογικό κίνημα δεν εξαντλείται στα φαινόμενα ρύπανση και μόλυνσης, ούτε χαρακτηρίζεται από ένα άκρατο περιβαλλοντισμό, αμφισβητεί τις κυρίαρχες σχέσεις, τον τρόπο παραγωγής και κατανάλωσης της σύγχρονης κοινωνίας και οραματίζεται μια άλλη κοινωνία χωρίς εντάσεις και εκμετάλλευση ανθρώπων και φύσης.

Αυτά τα χαρακτηριστικά, σίγουρα δεν υπήρχαν ολοκληρωμένα στις οργανωμένες προσπάθειες που θ’ αναφερθούμε και άλλωστε οι περισσότερες απ’ αυτές σήμερα δεν υπάρχουν: διαλύθηκαν  γύρω στο 1981 και 1982.

Μένει στην Οικολογική Κίνηση Θεσσαλονίκης, λοιπόν, ν’ αποδείξει τι έχει κερδίσει απ’ όλους τους αγώνες και τι μπορεί να επενδύσει στη σύγχρονη πόλη. Η εξέλιξη θα το δείξει…

Η προϊστορία του οικολογικού κινήματος στη Θεσσαλονίκη

Σ’ όλες τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες το οικολογικό κίνημα στηρίχτηκε και στις «φυσιολατρικές» οργανώσεις που απ’ τις αρχές του αιώνα υπήρχαν. Στη χώρα μας και ειδικότερα στη Θεσσαλονίκη, τέτοιες οργανώσεις είτε δεν υπάρχουν, είτε εξαντλούνται σε εκδρομές και καμιά ομιλία, είτε -το  χειρότερο- το ‘χουν ρίξει στο «κουμκάν» και το «Θανάση».

Στη Θεσσαλονίκη, εκτός απ’ τους ορειβατικούς συλλόγους, την πιο αξιόλογη δραστηριότητα έχει αναπτύξει ο «Σύλλογος Φυσικής Υγιεινής».

Την πιο σημαντική παρουσία για τα περιβαλλοντικά προβλήματα της πόλης είχε -αναμφισβήτητα- απ’ το 1975 και μετά η «Επιτροπή Επιστημονικών Συλλόγων για την προστασία του περιβάλλοντος πόλης Θεσσαλονίκης» (ΣΕΕΣΠΠΘ).

Η Συντονιστική δημιουργήθηκε το Σεπτέμβρη του 1975 μετά από πρωτοβουλία του Συλλόγου Μηχανολόγων- Ηλεκτρολόγων Β.Ε., στον οποίον συμπτωματικά συνέβη να υπάρχουν άτομα με περιβαλλοντικές ευαισθησίες.

«Αντιλαμβανόμενοι- έλεγαν στην πρώτη τους ανακοίνωση- το ρόλο κάθε επιστήμονα και επιπλέον κάθε οργανωμένου επιστημονικού συλλόγου, σαν παράγοντα που θα ενημερώνει σωστά και έγκαιρα το κοινωνικό σύνολο, πάνω σε επιστημονικά θέματα, που άπτονται της ζωής των συνανθρώπων μας, αποφασίσαμε να συστήσουμε την επιτροπή».

Η βασική θεματολογία της Συντονιστικής αναφερόταν στη βιομηχανική ρύπανση της ατμόσφαιρας και του κόλπου, της απομάκρυνση της ΕΘΥΛ, τη SING κ.τ.λ., τη μόλυνση του Θερμαϊκού και των ακτών, τους πράσινους και ελεύθερους χώρους (έκανε και σχετική έκδοση), την περιβαλλοντική εκπαίδευση, τα πολεοδομικά προβλήματα, το κυκλοφοριακό, τη χρήση του μόλυβδου στη βενζίνη, την πυρηνική ενέργεια και τις εναλλακτικές λύσεις κ.α.

Όσο η δουλεία της Συντονιστικής εξυπηρετούσε την αντιπολιτευτική πρακτική των «δημοκρατικών δυνάμεων» εξασφάλιζε και ενίσχυση και προβολή απ΄ τον Τύπο. Απ’ το 1981 όμως και μετά, που απαιτήθηκε ολομέτωπη επίθεση στη Ν.Δ., η οποία είχε ως αποτέλεσμα την κυβερνητική αλλαγή, η επιτροπή αδρανοποιήθηκε, μια και ούτε «λόγος» υπήρχε- για κάποιους- ούτε και άνθρωποι να δουλέψουν.

Διευρύνοντας την έννοια του όρου «πολιτιστικός» έτσι που να «περιλαμβάνει όχι μόνο τις εσωτερικές εκδηλώσεις των φορέων, αλλά και την αυτοδύναμη πρακτική μέριμνα για το περιβάλλον και την ποιότητα ζωής» το Κέντρο Ζωής και Πολιτισμού ανέπτυξε σημαντική περιβαλλοντική και καταναλωτική (με βραχύβιο συνεταιρισμό) δραστηριότητα.

Κατά την πρώτη περίοδο της λειτουργίας του -από Μάρτη 1977 μέχρι Ιούνη 1978- είχε δραστηριοποιηθεί με βάση τις εξής προτάσεις:

«Από τη στιγμή που το ενδιαφέρον του κράτους για τα περιβαλλοντικά ζητήματα και την ποιότητα ζωής μας είναι λειψό, οι διάφοροι πολιτικοί, κοινωνικοί, επιστημονικοί, πολιτιστικοί φορείς και η τοπική αυτοδιοίκηση, μπορούν και πρέπει:

  1. Να ενημερώνουν το λαό με τα επιστημονικά τους στοιχεία.
  2. Να απαιτούν από το κράτος τήρηση της νομοθεσίας.
  3. Να λειτουργούν σαν ένα είδος πολιτοφυλακής του περιβάλλοντος.
  4. Να συμβάλλουν με το προσωπικό τους παράδειγμα έμπρακτα στην προστασία του και τον περιορισμό της υπερκαταναλωτικής νοοτροπίας, π.χ. ποδήλατο αντί για αυτοκίνητο. Λιγότερα απορρυπαντικά και σπρέι, λιγότερα σκουπίδια στις εκδρομές.
  5. Καθιέρωση της οικολογικής Κυριακής, να αφιερώνεται και μια μέρα το μήνα τουλάχιστον στη φυσική ζωή.
  6. Διάφορες εκδηλώσεις για ενημέρωση και ψυχαγωγία, για ανάπτυξη κοινωνικών σχέσεων, πρακτικές εξορμήσεις στις γειτονιές για δεντροφύτευση, καθαριότητα κ.λ.π. »

Τον Οκτώβρη του 1978 δημιουργείται στη Θεσσαλονίκη παράρτημα της Ένωσης για την Ποιότητα Ζωής (Ε.ΠΟΙ.ΖΩ) που δίνει περισσότερο βάρος στη γνώση των σύγχρονων προβλημάτων, αναπτύσσει μια έντονη εσωτερική ζωή, με μελέτες, εκδηλώσεις για οικολογικά, καταναλωτικά και ζητήματα ανθρώπινων σχέσεων, διοργανώνει εκδρομές στα κοντινά βουνά, τσιμπούσια, μουσική κ.λπ..  Αρθρογραφεί για την πυρηνική ενέργεια, το μύθο του ΙΧ αυτοκινήτου, τη σωστή διατροφή, συμμετέχει στη μελέτη του Τ.Ε.Ε. για το Ρυθμιστικό Σχέδιο της πόλης (πάνω από 60 ώρες δουλειάς) και μελετάει το οικολογικό κίνημα, το σύγχρονο τρόπο ζωής, την καταστροφή του περιβάλλοντος, τον υπερπληθυσμό κ.τ.λ.

Με πρωτοβουλία των μελών της Ε.ΠΟΙ.ΖΩ. ξαναλειτουργεί απ’ το Δεκέμβρη του 1979 το Κέντρο Ζωής και Πολιτισμού με το οποίο και συστεγάζονται, αναπτύσσοντας δραστηριότητα στη συνοικία αλλά και γενικότερα στην πόλη.

Η Ε.ΠΟΙ.ΖΩ. παραπέρα ανέπτυξε και περιβαλλοντική δραστηριότητα, ασχολήθηκε με τοπικά προβλήματα, έβγαλε συμβουλές για τον καταναλωτή, εξασφάλισε προμήθεια φυσικών προϊόντων, διέθετε επιλεγμένα βιβλία με έκπτωση και γενικότερα προσπάθησε να κάνει πράξη την αυτοοργάνωση των πολιτών στο μεγαλύτερο φάσμα της καθημερινής ζωής. Το ο, τι πέτυχε, σίγουρα έχει διασπαρθεί στον κόσμο που ήρθε σε επαφή μαζί της. Πάντως τον Ιούνιο του 1982 αναγκάστηκε να κλείσει.

Απ’ το 1976 ως το 1979 υπήρξε και λειτούργησε στη Θεσσαλονίκη η ομάδα «Κόκκινο Μπαλόνι» που οργάνωνε περιβαλλοντικά παιχνίδια και παιχνιδότοπους  με στόχο τη σπουδή του περιβάλλοντος. Ο Δήμος Θεσσαλονίκης, μάλιστα, της είχε παραχωρήσει μια έκταση στο πάρκο της παραλίας, που την οργάνωσαν τα μέλη της ομάδας και λειτουργούσε με αξιόλογο περιεχόμενο. Το «Κόκκινο Μπαλόνι» ήταν μέλος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Νέων (I.Y.F.), μιας διεθνούς νεανικής οργάνωσης για τη σπουδή και τη διατήρηση του περιβάλλοντος, σχέση που σήμερα διατηρεί το σωματείο «Νέοι και Περιβάλλον» της Αθήνας.

Τον Οκτώβρη του 1978, λίγο πριν τις δημοτικές εκλογές κυκλοφόρησε ένα «Οικολογικό μανιφέστο» το οποίο υπέγραφαν 55 υποψήφιοι δήμαρχοι, πρώην βουλευτές, στελέχη της ΠΑΣΕΓΕΣ, επιστήμονες, εκπρόσωποι κοινωνικών οργανώσεων, σωματείων κ.α. Περιοχή προέλευσης -για τους περισσότερους- ήταν η Θεσσαλονίκη και κάλυπταν βασικά το κεντροαριστερό φάσμα των πολιτικών δυνάμεων (από Γ. Κούβελα μέχρι Ο. Χατζηβασιλείου).

Στο «μανιφέστο» σημειωνόταν ότι:

«Το Οικολογικό Κίνημα αποβλέπει στην αναμόρφωση του σύγχρονου κοινωνικού βίου σε συνδυασμό με τη λειτουργία του φυσικού κόσμου. Στην ποιότητα της ζωής. Είναι η εξέγερση του ανθρώπινου λόγου ενάντια στις τυφλές δυνάμεις ενός παρανοϊκού μηδενισμού. Ο νέος Ουμανισμός των καιρών μας».

Η πρωτοβουλία για το «μανιφέστο» ανήκε βασικά στον παλαίμαχο σοσιαλιστή και συγγραφέα Αχιλλέα Γρηγορογιάννη, που τότε ήταν καθηγητής στη Συνεταιριστική Σχολή Θεσσαλονίκης. Δυστυχώς, όμως, λειτούργησε μόνο σαν προεκλογικό πυροτέχνημα και δεν υπήρξε σχεδόν καμία συνέχεια, παρόλο που έβαζε στόχο της την οργάνωση στη βάση μιας πανελλήνιας ομοσπονδίας με τις περιφερειακές οργανώσεις της.

Το μόνο αποτέλεσμα της κίνησης αυτής ήταν η δημιουργία- το Νοέμβρη του 1978- από 36 ιδρυτικά μέλη ενός σωματείου με την επωνυμία «Οικολογικός Σύνδεσμος Θεσσαλονίκης» και με σκοπό τη διάσωση, προστασία και αξιοποίηση του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος της περιοχής Θεσσαλονίκης και Χαλκιδικής, καθώς και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων της.

Παρ’ όλους όμως τους φιλόδοξους στόχους του Συνδέσμου, που φτάνουν μέχρι τη σύσταση Πανελλαδικού Οργάνου Οικολογίας και Προστασίας Περιβάλλοντος, τη διεθνή συνεργασία με οργανώσεις, υπηρεσίες της UNESCO και της ΕΟΚ κ.α., δεν μπόρεσε να συμπληρώσει ούτε ένα χρόνο ζωής.

Πρέπει ν’ αναφερθεί ακόμη, και το «Οικολογικό Κίνημα» του ΙΝ.ΚΑ. Θεσσαλονίκης, που όμως πέρα από 2-3 ανακοινώσεις που έβγαλε το 1981, δεν παρουσίασε τίποτα άλλο στην ολιγόμηνη ζωή του.

Αρκετά σημαντική- τοπική- δραστηριότητα είχε αναπτύξει απ’ το 1977 και μετά και ο «Σύλλογος για την προστασία που περιβάλλοντος Ν. Κορδελιού- Ελευθερίων», μιας ιδιαίτερα ρυπασμένης περιοχής.

Με αφορμή μια απάντηση του τότε υπουργού της Ν.Δ. Μούτσιου στους κατοίκους, που έλεγε ότι «εσείς εδώ, μοιάζετε σαν τα ποντίκια, που άμα μάθουν στη βρωμιά, δεν μπορούν να ζήσουν σε καθαρό περιβάλλον» άρχισαν να κινούνται για τη δημιουργία συλλόγου.

Στη συνέχεια -και μετά τους σεισμούς του 1978- δημιούργησαν μια επιτροπή για την προστασία του περιβάλλοντος, που δραστηριοποιήθηκε αρκετά, για να παραχωρήσει τη θέση της το 1979 στον εγκεκριμένο Σύλλογο.

Ο Σύλλογος έδωσε σημαντικούς αγώνες, με εκθέσεις φωτογραφίας, γελοιογραφίας και δημοσιευμάτων Τύπου, προκηρύξεις, αφίσες, συγκεντρώσεις, προβολές κ.λ.π., είτε για την απομάκρυνση της ΕΤΗΥL απ΄ την περιοχή και απ’ όλη την Ελλάδα, είτε για τη λήψη προστατευτικών μέτρων απ’ την ESSO PAPPAS (και απομάκρυνση των δεξαμενών της) και τη SING, που υποβαθμίζει ακόμη και σήμερα την περιοχή.

«Να αναλάβουν οι βιομηχανίες- έλεγε ο Σύλλογος- να πληρώνουν όλο το ποσό της δαπάνης για εγκατάσταση βιολογικού καθαρισμού (και όχι μόνο το 50%) και να γίνει υποχρεωτική η εγκατάσταση του σε όλες τις βιομηχανίες, είτε αυτές παράγουν υγρά είτε αέρια λύματα».

«Ήδη σε λίγο καιρό- έλεγε το 1979 ο Σύλλογος- τα παιδιά μας θα παίζουν σε παιδικές χαρές που θα χρηματοδοτήσει η ESSO PAPPAS.

Το χειμώνα στα σχολεία τους ζεσταίνονται για 2-3 μέρες με πετρέλαιο που τους δωρίζει η ESSO. Στην περίοδο των σεισμών ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης μοίραζε κονσέρβες στους σεισμοπαθείς, αγορασμένες απ’ τις 500.000 δρχ. που «αυθόρμητα» δώρισε η ETHYL. Ήταν ο ίδιος άνθρωπος που υπόσχονταν στον κινηματογράφο «Αχίλλειον» το Σεπτέμβριο του 1975 πανθεσσαλονίκειο συλλαλητήριο για το διώξιμο της ETHYL απ’ την Ελλάδα.

Απ’ το 1981 όμως ο Σύλλογος πέφτει στα χέρια των κομμάτων ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ, χάνει τη δυναμικότητά του και τελικά αδρανοποιείται. Κάποιος άκουσε πέρσι μόνο τον τίτλο του να… χαιρετίζει σε μια πολιτική συγκέντρωση. Έκτοτε αγνοείται η τύχη του…

Κάποια απ’ τα παιδιά εκείνα που δούλευαν στο Σύλλογο, έβγαλαν το Δεκέμβρη του 1980 το περιοδικό «το ρέβμα», ένα έντυπο που «κίνητρο έχει, να δοθεί «ρέβμα»- ζωή, ν’ αλλάξει όσο μπορεί τη μονότονη ρουτίνα, την καθημερινότητα».

Για τους εκδότες και συγγραφείς του αποτέλεσαν καθοριστικούς παράγοντες: «Η ανυπαρξία και η αδυναμία της τοπικής αυτοδιοίκησης, που είναι ένας από τους ισχυρούς παράγοντες που θα μπορούσε να μας ενώσει. Η έλλειψη δυνατών τοπικών, πολιτιστικών ή και πολιτικών φορέων. Η  οστεοπόρωση και η πολιτική και κοινωνική φτώχεια που διακρίνει τους τοπικούς πολιτικούς παράγοντες, με τις μεσαιωνικές  ιδέες τους ή με την εν γένει στείρα πολιτική τους τοποθέτηση στα κόμματα».

Η θεματολογία και οι θέσεις τους διαπνέονται από μια οικολογική προβληματική. Θέλοντας όμως να έχουν μια συγκεκριμένη πρακτική και επαφή με τη συνοικία, οδηγούνται τον Οκτώβρη του 1982 στο να δημιουργήσουν το «Πολιτιστικό Στέκι Ν. Κορδελιού-Ελευθερίων». Εκεί αναπτύσσουν μια έντονη εσωτερική ζωή, με μουσικές βραδιές, δεκάδες συζητήσεις για την οικολογία, την αυτοδιαχείριση, την αντιψυχιατρική, το γυναικείο ζήτημα, την εκπαίδευση, τα ναρκωτικά, την παλιά Θεσσαλονίκη κ.τ.λ., ενώ οργανώνουν και εκθέσεις με φωτογραφίες, στοιχεία και γελοιογραφίες για το περιβάλλον, τις βιομηχανίες, την καθημερινή αλλοτρίωση.

Ήδη απ’ το Σεπτέμβρη του 1981 λειτουργούσε το «Στέκι Τούμπας» με παραπλήσιους προβληματισμούς, εσωτερική ζωή και ενασχόληση με τα τοπικά προβλήματα. Παρόλο που αποκτά αρκετή απήχηση, ιδιαίτερα με μαθητές, μόλις προφταίνει να κλείσει ένα χρόνο ζωής: το Σεπτέμβρη του 1982 αναγκάζεται να κλείσει.

Φαίνεται όμως ότι το 1982 είναι έτος καμπή για τις προσπάθειες του χώρου στον οποίο αναφερόμαστε.

Γιατί όχι μόνο το «Σπίτι Γυναικών» έχει πια κλείσει (για να ξανανοίξει βέβαια και πάλι φέτος) αλλά και το «Στέκι» νεολαίας ή των «αυτόνομων» κατ’ άλλους κλείνει  γύρω στο Μάη του 1982.

Στα πλαίσια τους Στεκιού, εκτός απ’ την εσωτερική ζωή και σχέση, λειτούργησαν από τη δημιουργία του (Οκτώβρης 1981) ομάδες για την ελεύθερη ραδιοφωνία, την εκπαίδευση, το στρατό, για την οικολογία. Αφού έγιναν κάποιες συζητήσεις το χειμώνα του ΄81-΄82 ο ομάδα αποφάσισε να βγει προς τον κόσμο με τον τίτλο της «Οικολογικής Πρωτοβουλίας», κάτι δηλ. σαν παράρτημα της Αθήνας.

Το πρώτο θέμα που διάλεξε (και το μοναδικό δυστυχώς) ήταν η μόλυνση του Θερμαϊκού. Τα παιδιά δούλεψαν με κέφι, μαζεύοντας στοιχεία, βγάζοντας ταμπλό με σκίτσα, φωτογραφίες κ.τ.λ. στην παραλία, μαζεύοντας υπογραφές και συζητώντας με τον κόσμο.

«Καμιά επιστημονική ή τεχνική λύση -έλεγαν- δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το ζήτημα, όσο αγνοεί τις κοινωνικές προεκτάσεις. Το πρόβλημα έχει να κάνει με το τεράστιο μέγεθος της πόλης, με τη μορφή που είναι οργανωμένες και αναπτύσσονται οι βιομηχανίες, με τη χρησιμοποίηση και παραγωγή από αυτές προϊόντων επιβλαβών για το περιβάλλον, στο όνομα του μέγιστου κέρδους. Μιλάμε δηλ. για το μοντέλο βιομηχανικής ανάπτυξης».

Η πρώτη τους όμως αυτή εμφάνιση ήταν διαλυτική για τους ίδιους. Το Στέκι παρουσίαζε ήδη εσωτερικά προβλήματα, λειτουργίας κ.τ.λ. και αναγκάζεται να κλείσει το Μάη του 1982.

Η ζωή μας κύκλους κάνει, λοιπόν.

Άλλωστε δεν θα μπορούσε να κάνει κι αλλιώς….

_______________________________

Το άρθρο αυτό του Μ. Tρεμόπουλου δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Περιβάλλον και Ρύπανση SOS” τον Ιούλιο του 1983.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Scroll to Top