Ποτέ δεν δίναμε ραντεβού. Ήμασταν απλά κάθε μέρα εκεί. Έξω από τα «games», δίπλα στο Berlin. Πού χρήματα για καφέ ή μπύρα σε μαγαζί; Πάντα απ’ έξω. Νομίζω, όμως, πως το «απ’ έξω» ήταν λίγο και η κουλτούρα μας: Έξω αναπνέεις καλύτερα, νιώθεις ελεύθερος να γελάσεις δυνατά, να συναντήσεις φίλους και να φλερτάρεις.
Δεν θυμάμαι ποιος έφερνε την κιθάρα και ποιος το τύμπανο. Δεν θυμάμαι ποιανού ιδέα ήταν την πρώτη φορά. Αλλά δεν έχει σημασία: μόλις σουρούπωνε, κατηφορίζαμε στην παραλία, πίσω απ τ’ άγαλμα «του Μεγ-Αλέκου»…
Μπύρες και νερά απ το περίπτερο, καλή καρδιά κι εφηβικά όνειρα, ροκ μουσική και φάλτσα φωνή που κανέναν δεν ενοχλούσε, κι η παρέα ξημέρωνε εκεί ένα ολόκληρο καλοκαίρι. Τα δέντρα ήταν ψηλά και μας έκρυβαν απ το δρόμο, καθισμένους στο γρασίδι. Έφτιαχναν ένα καταφύγιο από τον θόρυβο και την καλοκαιρινή κάψα της πόλης. Το αεράκι που περνούσε ανάμεσα απ τα φύλλα που θρόιζαν μας δρόσιζε και συνόδευε τη μουσική μας. Τα γέλια, η χαρά, οι κουβέντες μας θαρρείς και πότιζαν τις ρίζες τους. Με έναν τρόπο μαγικό άνοιγαν οι ψυχές μας ανάμεσα σ’ εκείνα τα δέντρα. Κι από μέσα έβγαιναν όνειρα και λόγια θαρρετά, πιστεύαμε πως θ αλλάξουμε τον κόσμο, σχεδόν το ορκιζόμασταν. Κι ως ένα σημείο το πετύχαμε: κανείς μας δεν βολεύτηκε όπως οι γονείς μας, ίσως όχι από επιλογή, αλλά από τύχη.
Ποτέ δεν το λησμόνησα εκείνο το καλοκαίρι. Κάθε φορά που βρισκόμουν στην παραλία, είτε πεζή, είτε με το ποδήλατο, είτε με κάποιο απ τα παιδιά μου στο καροτσάκι, φρόντιζα να κάνω κύκλο, για να περάσω ανάμεσα από εκείνα τα δέντρα, το πιο δροσερό σημείο της παραλίας. Να ρουφήσω λίγο από εκείνο τον αέρα που με έκανε να ονειρεύομαι μικρή και να ακούσω την ηχώ των ονείρων μου στο θρόισμα των φύλλων.
Ξάφνου, εκείνα τα δέντρα εξαφανίστηκαν σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Όταν είδα το κενό που άφησαν πίσω τους, ένιωσα σαν να ακρωτηριάστηκαν οι αναμνήσεις μου, σαν να ξεριζώθηκε βίαια ένα κομμάτι απ τη ζωή μου.
Ίσως δεν μου ταιριάζει η θλίψη, ίσως πρέπει να μεγαλώσω και να ξεχάσω, ίσως η «ανάπλαση» να βοηθήσει άλλα παιδιά να κάνουν άλλα όνειρα. Κλαίω, όμως, γιατί τα δικά μου παιδιά δεν θα ακούσουν ποτέ το θρόισμα των δικών μου ονείρων…