John Hersey*
Στις 6 Αυγούστου του 1945, στις 8.15′ το πρωί, το αμερικανικό βομβαρδιστικό Β-29, βαφτισμένο «Ενόλα Γκέι», υπό τη διεύθυνση του κυβερνήτη Πολ Τίμπετς, έριξε πάνω στην ιαπωνική πόλη Χιροσίμα την πρώτη πυρηνική βόμβα της ιστορίας. Ηταν το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και η απαρχή της ατομικής εποχής. Η βόμβα θα σκότωνε ακαριαία 100.000 ανθρώπους και θα προκαλούσε πρωτόγνωρη οδύνη.
Ο Αμερικανός John Hersey ήταν από τους πρώτους ξένους φωτορεπόρτερ που βρέθηκαν στον τόπο των γεγονότων. Η μαρτυρία τυ, η οποία πρωτοδημοσιεύτηκε στο «New Yorker», θεωρείται ως ένα από τα κλασικά πολεμικά ρεπορτάζ.
Εκείνο το πρωινό, πριν από τις έξι, ήταν ήδη τόσο φωτεινό και ζεστό, που η ημέρα προβλεπόταν καυτή. Λίγες στιγμές αργότερα, ήχησε μια σειρήνα: το κουδούνισμα του ενός λεπτού ανήγγειλε την παρουσία εχθρικών αεροπλάνων, αλλά με τη συντομία του υποδείκνυε, επίσης, στους κατοίκους της Χιροσίμα ότι επρόκειτο για μικρό κίνδυνο. Γιατί κάθε μέρα, την ίδια ώρα, όταν το αμερικανικό μετεωρολογικό αεροσκάφος πλησίαζε την πόλη, η σειρήνα αντηχούσε.
Η Χιροσίμα είχε σχήμα ανεμιστήρα: η πόλη ήταν χτισμένη πάνω σε έξι νησιά που χωρίζονταν από τους επτά ποταμούς του δέλτα και διακλαδώνονταν έξω από την ακτή Οτα. Οι οικιστικές περιοχές και οι εμπορικές συνοικίες της κάλυπταν περισσότερα από έξι τετραγωνικά χιλιόμετρα στο κέντρο της αστικής περιμέτρου. Εκεί διέμεναν τα τρία τέταρτα των κατοίκων της. Διάφορα προγράμματα εκκένωσης είχαν μειώσει σημαντικά τον πληθυσμό της, ο οποίος είχε φτάσει τους 245.000 κατοίκους, από
380.000 που ήσαν πριν από τον πόλεμο. Τα εργοστάσια και οι ζώνες πολυτελών κατοικιών, καθώς και τα λαϊκά προάστια, βρίσκονταν στις παρυφές της πόλης. Στο νότιο τμήμα βρισκόταν το αεροδρόμιο, οι αποβάθρες και το λιμάνι, στην εσωτερική πλευρά της θάλασσας που βρέχει τα νησιά Σικόκου και Κιούσου. Ενα παραπέτασμα βουνών κλείνει τον ορίζοντα στις τρεις υπόλοιπες πλευρές του δέλτα.
Το πρωινό ξανάγινε ήρεμο, ήσυχο. Δεν ακουγόταν κανένας ήχος αεροπλάνου. Τότε, ξαφνικά, ο ουρανός σχίστηκε από μια φωτεινή δέσμη, κίτρινη και λαμπερή σαν δέκα χιλιάδες ήλιους. Κανείς δεν θυμάται να άκουσε τον παραμικρό θόρυβο στη Χιροσίμα, όταν εξερράγη η βόμβα. Αλλά ένας ψαράς που βρισκόταν στο καΐκι του, κοντά στο Τζούζου, στην εσωτερική θάλασσα, είδε τη λάμψη και άκουσε την τρομακτική έκρηξη.
Απείχε 32 χιλιόμετρα από τη Χιροσίμα και, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, ο θόρυβος ήταν πολύ πιο εκκωφαντικός από όταν τα Β-29 είχαν βομβαρδίσει το νησί Ιγουακίνι, που βρίσκεται σε απόσταση μόλις οκτώ χιλιομέτρων.
«Θέλουν να μας κάψουν»
Ενα σύννεφο σκόνης άρχισε να υψώνεται πάνω από την πόλη, σκοτεινιάζοντας τον ουρανό, σαν να σουρούπωσε. Στρατιώτες βγήκαν από ένα χαράκωμα, με το αίμα να έχει μουσκέψει το πρόσωπό τους, το στήθος τους, τους ώμους τους. Ηταν σιωπηλοί και τα είχαν χαμένα. Ηταν μια εφιαλτική εικόνα. Τα πρόσωπά τους ήταν ολότελα
καμένα, οι κόγχες των ματιών άδειες και το υγρό των λιωμένων ματιών τους έσταζε πάνω στα μάγουλά τους. Σίγουρα θα πρέπει να έβλεπαν προς τον ουρανό τη στιγμή της έκρηξης. Τα στόματά τους δεν ήταν πια παρά πληγές πρησμένες και γεμάτες πύον…
Τα σπίτια φλέγονταν. Και σταγόνες νερού, σαν μικρές μπάλες του μπιλιάρδου, άρχισαν να πέφτουν. Ηταν σταγόνες συμπυκνωμένης υγρασίας, που έπεφταν από το τεράστιο μανιτάρι καπνού, σκόνης και θραυσμάτων της σχάσης, το οποίο είχε ήδη υψωθεί πολλά χιλιόμετρα πάνω από τη Χιροσίμα. Οι σταγόνες ήταν πολύ χοντρές για
να είναι φυσιολογικές. Κάποιος άρχισε να φωνάζει: «Οι Αμερικανοί μάς βομβαρδίζουν με βενζίνη. Θέλουν να μας κάψουν!»
Αλλά ήταν σαφώς σταγόνες νερού, κι όσο έπεφταν, ο άνεμος άρχισε να φυσά όλο και πιο δυνατά, ίσως λόγω του εκπληκτικού γυρίσματος του αέρα που οφειλόταν στην καιγόμενη πόλη. Τεράστια δέντρα έπεσαν κατά γης, κι άλλα, μικρότερα, ξεριζώθηκαν και εκσφενδονίστηκαν στον αέρα, όπου στριφογύριζαν, σαν σε χοάνη τρελής λαίλαπας, τα υπολείμματα της πόλης: κεραμίδια, πόρτες, παράθυρα, ρούχα, χαλιά….
O Χάρι Τρούμαν επιδεικνύει την υπογραφή του αυτοκράτορα Χιροχίτο στο επίσημο πρωτόκολλο παράδοσης της Ιαπωνίας.
Από τους 245.000 κατοίκους, σχεδόν οι 100.000 πέθαναν ή πληγώθηκαν θανάσιμα τη στιγμή της έκρηξης. Αλλες 100.000 τραυματίστηκαν. Τουλάχιστον 10.000 από τους τραυματίες, που μπορούσαν να μετακινηθούν, κατευθύνθηκαν προς το κεντρικό νοσοκομείο της πόλης, το οποίο, όμως, δεν ήταν σε θέση να δεχτεί τέτοια «εισβολή». Από τους 150 γιατρούς της Χιροσίμα, οι 65 πέθαναν ακαριαία. Ολοι οι υπόλοιποι είχαν τραυματιστεί. Και από τους 1.780 νοσοκόμους, οι 1.654 είτε είχαν πεθάνει είτε είχαν τραυματιστεί τόσο, ώστε να μην μπορούν να δουλέψουν. Οι τραυματίες σέρνονταν μέχρι να φτάσουν και βολεύονταν οπουδήποτε.
Καθισμένοι ή ξαπλωμένοι ακόμη και κατάχαμα, στις αίθουσες αναμονής, στους διαδρόμους, τα εργαστήρια, τα δωμάτια, τις σκάλες, την πύλη εισόδου ή κάτω, στον χώρο στάθμευσης, και έξω, όσο έφτανε ανθρώπου μάτι, στους ερειπωμένους δρόμους… Οι πιο ελαφρά τραυματισμένοι φρόντιζαν τους ακρωτηριασμένους.
Ολόκληρες οικογένειες με παραμορφωμένα πρόσωπα βοηθούσαν η μία την άλλη. Κάποιοι τραυματίες έκλαιγαν. Οι περισσότεροι έκαναν εμετό. Μερικοί είχαν τα φρύδια καμένα και το δέρμα κρεμόταν από τα πρόσωπα και τα χέρια τους. Αλλους ο πόνος τους ανάγκαζε να έχουν τα χέρια τους ψηλά, σαν να κρατούσαν κάτι βαρύ. Αν έπιανες έναν τραυματία από το χέρι, μεγάλα κομμάτια δέρμα ξεκολλούσαν, σαν να ήταν γάντι…
Πολλοί ήταν γυμνοί ή φορούσαν κουρέλια. Κίτρινα αρχικά, τα εγκαύματα γίνονταν κόκκινα, φούσκωναν, και το δέρμα αποκολλείτο. Κι έπειτα, άρχιζαν να πυορροούν και να αναδύουν μια μυρωδιά που προκαλούσε ναυτία. Πάνω σε κάποια γυμνά κορμιά, τα εγκαύματα είχαν χαράξει το σχήμα των κατεστραμμένων ρούχων.
Με το βλέμμα κενό
Πάνω στο δέρμα μερικών γυναικών -καθώς το άσπρο ανακλούσε τη θερμότητα της βόμβας και το μαύρο την απορροφούσε και την έκανε να διαπερνά το δέρμα-, έβλεπες τα σχέδια των λουλουδιών από τα κιμονό τους. Σχεδόν όλοι οι τραυματίες προχωρούσαν σαν υπνοβάτες, με όρθιο το κεφάλι, σιωπηλοί, κενό βλέμμα.
Ολα τα θύματα που υπέστησαν εγκαύματα και τις συνέπειες της έκρηξης, δέχτηκαν θανάσιμη ακτινοβολία. Η ραδιενέργεια κατέστρεψε τα κύτταρα, προκάλεσε εκφυλισμό του πυρήνα τους και διέσπασε τη μεμβράνη τους.
Οσοι δεν πέθαναν ακαριαία, ακόμη κι αν δεν τραυματίστηκαν, άρχισαν γρήγορα να αρρωσταίνουν. Είχαν ναυτίες, φοβερούς πονοκεφάλους, διάρροιες, πυρετό. Συμπτώματα που διαρκούσαν αρκετές μέρες. Η δεύτερη φάση άρχισε δέκα ή δεκαπέντε μέρες μετά τη βόμβα. Τα μαλλιά τους άρχισαν να πέφτουν. Επειτα, ερχόταν η διάρροια και πυρετός, που μπορούσε να φτάσει τους 41 βαθμούς.
Είκοσι πέντε με τριάντα μέρες μετά την έκρηξη, εμφανίζονταν οι πρώτες διαταραχές του αίματος: τα ούλα μάτωναν, ο αριθμός των λευκών αιμοσφαιρίων μειωνόταν δραματικά, όσο έσπαζαν τα αγγεία του δέρματος και της βλεννογόνου. Η μείωση των λευκών αιμοσφαιρίων μείωνε και την άμυνα απέναντι στις μολύνσεις, η παραμικρή
πληγή απαιτούσε εβδομάδες για να ιαθεί, οι ασθενείς προσβάλλονταν από χρόνιες μολύνσεις του λαιμού και του στόματος.
Στο τέλος της δεύτερης φάσης -αν ο ασθενής είχε επιζήσει- εμφανιζόταν η αναιμία, δηλαδή η μείωση των ερυθρών αιμοσφαιρίων. Στη διάρκεια αυτής της φάσης, πολλοί ασθενείς πέθαιναν από μολύνσεις της πνευμονικής κοιλότητας.
Τα φλας της βόμβας
Ολοι όσοι επέβαλαν στον εαυτό τους αρκετή ανάπαυση μετά την έκρηξη, είχαν μικρότερη πιθανότητα να νοσήσουν από εκείνους που παρέμειναν πολύ δραστήριοι.
Οι πιο ηλικιωμένοι σπάνια υπέκυπταν. Η γονιμότητα των ανθρώπων επηρεάστηκε τραγικά: οι άντρες κατέληξαν στείροι, όλες οι έγκυοι γυναίκες απέβαλαν και όλες οι γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία διαπίστωσαν ότι ο έμμηνος κύκλος τους σταμάτησε…
Οι πρώτοι ιάπωνες επιστήμονες, που έφτασαν μερικές εβδομάδες μετά την έκρηξη, παρατήρησαν ότι η λάμψη της βόμβας είχε αποχρωματίσει το μπετόν. Σε κάποια σημεία, η βόμβα είχε αφήσει σημάδια που αντιστοιχούσαν στη σκιά των αντικειμένων που η αναλαμπή της είχε φωτίσει.
Για παράδειγμα, οι ειδικοί βρήκαν πάνω στην οροφή του κτιρίου του Εμπορικού Επιμελητηρίου «εντυπωμένη» τη σκιά κάποιου που εκτοξεύτηκε εκεί από τον πύργο του κτιρίου. Συναντάμε, επίσης, ανθρώπινες φιγούρες πάνω σε τοίχους, σαν αρνητικά φωτογραφιών.
Στο επίκεντρο της έκρηξης, στη γέφυρα που βρίσκεται κοντά στο Μουσείο των Επιστημών, ένας άνθρωπος και το κάρο του αποτυπώθηκαν με τη μορφή μιας σκιάς τόσο ακριβούς, που δείχνει ότι ο άνθρωπος ήταν έτοιμος να μαστιγώσει το άλογό του, τη στιγμή που η έκρηξη τους αφάνισε κυριολεκτικά…
__________________________
* John Richard Hersey (1914-1993), δημοσιογράφος του «Time Magazine» και του «New Yorker». Συγγραφέας, ανάμεσα στα άλλα, του «Α Bell for Adano» (βραβείο Πούλιτζερ, 1945) και του «Hirosima» (Νέα Υόρκη, 1946), από το οποίο προέρχονται τα αποσπάσματα που δημοσιεύονται εδώ. Αφιέρωσε τη ζωή του στον αγώνα κατά των πυρηνικών.
Πηγή: www.netschoolbook.gr Το άρθρο πρωτοδημοδιεύτηκε στη LE-MONDE που κυκλοφόρησε μαζί με την Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία της 7ης Αυγούστου 2005
Όλες οι φωτογραφίες έχουν σύνδεσμο με την πηγή της δημοσίευσής τους στο διαδίκτυο.