Από κρεατοφαγία σε χορτοφαγία σε 37 χρόνια.
Ήμουν περίπου 9 χρόνων. Είχαμε πρόσφατα μετακομίσει στην Ελλάδα από την Αυστραλία για οικογενειακούς λόγους. Ξαφνικά από ένα αστικό προάστιο της Αδελαΐδας ζούσαμε σε ένα εξοχικό προάστιο της Φλώρινας, μέσα στην άγρια φύση. Είχαμε και έναν σταύλο, ο οποίος περιείχε αγελάδες, κουνέλια, γουρούνια, κότες, χήνες, πάπιες, σκυλιά, γατιά…
Εκεί ήταν η πρώτη φορά που συνδέθηκα ουσιαστικά με τα ζώα. Η εμπειρία μου με τις αγελάδες, μπορώ να πω, πως ήταν ιερή. Αυτά τα πανέξυπνα όντα πρόσεχαν να μην μας πατήσουν όταν βάζαμε είτε τις αρμεκτικές μηχανές, είτε τα χέρια μας να τους πάρουμε το γάλα για να το πουλήσουμε, να το πιούμε, να φτιάξουμε γιαούρτι, βούτυρο, τυρί και όλα τα παράγοντα, στα οποία έγινε μάστορας η μητέρα μου. Η μητέρα μου είχε παρομοιάσει κάθε μια απο τις αγελάδες με μια συγχωριανή της, οπότε είχαν και το αντίστοιχο όνομα. Για παράδειγμα, ονομάσαμε μια μεγάλη καφέ αγελάδα «Περζέ», γιατί τα πάχη της αγελάδας φαιντόντουσαν σαν τις κουβέρτες με τις οποίες τριγύριζε το χωριό η γυναίκα αυτή! Καθώς τις βοσκούσαμε, στήναμε «σπιτάκια» με κουβέρτες και παιχνίδια ανάμεσα σε τεράστιες βελανιδιές, με σκοπό να παρακολουθούμε τις αγελάδες μας, ώστε να μην παραστρατήσουν στα γειτονικά χωράφια.
Καθώς περνούσε ο καιρός, οι αγελάδες γεννούσαν και εμείς είχαμε την τιμή να ονομάσουμε τα μοσχαράκια και να παίζουμε μαζί τους. Θυμάμαι συγκεκριμένα τον Παρασκευά, έναν γλυκύτατο ασπρόμαυρο «Ολλανδέζικης» ράτσας, ο οποίος γεννήθηκε μία Παρασκευή.
Μια μέρα λοιπόν παρατήρησα πως ο Παρασκευάς έλειπε από το σταύλο. Την ίδια μέρα, η μητέρα μου σέρβιρε ψητό. «Που είναι ο Παρασκευάς;» τη ρωτούσα επίμονα. Δεν θυμάμαι την απάντησή της (γενικά δεν μπορώ να συντονιστώ με ψέματα), αλλά αρνήθηκε να παραδεχτεί πως το ψητό που βρισκόταν ανάμεσα στις ψητές πατάτες, στη μέση του τραπεζιού, ήταν ο Παρασκευάς. Εγώ αρνήθηκα να φάω τον Παρασκευά. Ήταν η πρώτη φορά που αισθάνθηκα ανίκανη να αντιμετωπίσω ένα ζώο ως απλά ένα ψητό κρέας προς βρώση.
Βέβαια, ήμουν πολύ μικρή να το αντιμετωπίσω και να αντιληφθώ όλα αυτά που γινόντουσαν μέσα μου. Όσο κι αν ήθελα να αποσυνδεθώ από την ψυχή πίσω από το κρέας, «έπρεπε» να το φάω καθόλη τη διάρκεια των παιδικών μου χρόνων. Συνέχισα την «αναγκαιότητα» της κρεατοφαγίας (πως αλλιώς θα χορτάσεις;), μέχρι που έφυγα από το σπίτι και άρχισα να ζω χωρίς τους κρεατο-φαγο-μανείς γονείς μου.
Τότε άρχισα να ανακαλύπτω τη χορτοφαγία και να πειραματίζομαι. Αρχισε να διευρύνεται και να με ικανοποιεί η χορτοφαγική κουζίνα και να μειώνεται το κρέας στην διατροφή μου ολοένα και πιο πολύ, χωρίς να καταλαβαίνω γιατί – απλά έτσι με πήγαινε το πράγμα. Άλλωστε με τους τρελούς ρυθμούς της τότε δουλείας μου, που να βρω τον χρόνο και την διάθεση να ψάξω τα πράγματα εις βάθος. Επιπλέον, κανένας γύρω μου δεν είχε θιξει ποτέ το θέμα της κρεατοφαγίας! Απλά οι διαφημίσεις με κρατούσαν πιστή στην κατανάλωση κρέατος για τις τόσο «αναγκαίες ζωικές πρωτεΐνες» και είχα πεισθεί πως ήταν η καλύτερη πηγή πρωτεϊνών. Αλλά τώρα γνωρίζω πως όλα αυτά για τις πρωτεΐνες είναι ένας μύθος για να μας πουλάνε κρέας. Όλα τα θρεπτικά συστατικά, συμπεριλαμβανομένων των πρωτεϊνών, τα έχουμε στη διάθεσή μας μέσα από τα όσπρια, τους ξηρούς καρπούς, τα χόρτα, τα λαχανικά, τα φρούτα κλπ.
Fast forward στο 2011 σε μια φάρμα στην Πορτογαλία, όπου δούλεψα εθελοντικά για 3 μήνες με αντάλλαγμα τη διαμονή και την χορτοφαγική μου διατροφή. Εκεί πρωτογνώρισα τους όρους vegan (διατροφή χωρίς κρέας ή παράγοντα ζώων) και raw (ομοφαγία ή «μαγείρεμα» που δεν υποβάλλει την τροφή σε θερμοκρασίες άνω των 46 βαθμών Κελσίου). Ήταν δύο είδη διατροφής πολύ μπροστά από την τότε μου θέση και κατανόηση, αλλά τις αντιμετώπισα με θετικότατη διάθεση και είχα ξεχάσει το κρέας…μέχρι που τα αγόρια το πεθύμησαν και το ζήτησαν για να «στανιάρουν». Το θεώρησα λογικό, γιατί δεν είχα πεισθεί ακόμα περί χορτοφαγίας. Έτσι, με πολύ όρεξη, μαγείρεψα ένα εξαίσιο κοτόπουλο φούρνου και κάτι με μοσχάρι. Όλα ωραία, οι κρεατοφάγοι χορτάσαμε και «απολαύσαμε» το κρέας μετά από τόσο καιρό.
Την επόμενη μέρα, όμως, αισθάνθηκα κάποιες περίεργες ορμές. Ξαφνικά αναζητούσα το σεξ σαν νυμφομανής, ήμουν πιο άγρια, είχα νεύρα, αισθανόμουν άγχος και το στομάχι μου δεν ήταν στα καλά του. Όλα αυτά ήταν τόσο ξαφνικά που δεν μπορούσα παρά να το αποδόσω στην κρεατοφαγία, γιατί το μόνο που είχε αλλάξει ήταν η διατροφή μου. Είχα ακούσει πως αισθανόμαστε τον φόβο των ζώων που τρώμε και το βίωνα. Όταν σκοτώνουμε τα ζώα, το σώμα τους (το κρέας που τρώμε) γεμίζει με την τοξική αδρεναλίνη του φόβου, καθώς ξέρουν πως θα τα σκοτώσουμε. Τρώμε επίσης τις ορμόνες, τα φάρμακα και ό,τι βιομηχανοποιημένες τροφές τρώνε. Και για όσους δεν το γνωρίζουν οι παραγωγοί κρέατος προωθούν τον καννιβαλισμό, αφού η τροφή των εκτρεφόμενων ζώων περιέχει και μέρος των ίδιων τους των υπολειμμάτων, δηλαδή τα νεκρά εκείνα ζώα που δεν άντεξαν την εντατικοποιημένη εκτροφή, τα αντιβιοτικά, την ακινησία κλπ. Αυτό το καταστροφικό κοκτέιλ περνάει και στο δικό μας σώμα.
Όλα αυτά τα βίωνα ταυτόχρονα με τις σπουδές μου στην αεικαλλιέργεια (permaculture), οπότε και άρχισα να βλέπω την άρρηκτη σχέση της υπερβολικής κατανάλωσης του κρέατος με:
1. τα ψέματα για τη διατροφή που μας έχουν «ταΐσει» για την εξυπηρέτηση του καπιταλιστικού συστήματος. Οι τροφές που νομίζουμε πως μας κάνουν καλό, κάνουν ακριβώς το αντίθετο: μας κρατάνε άρρωστους (δες: Η αλήθεια για το γάλα). Οι άρρωστοι αγοράζουν φάρμακα, τα οποία δεν θεραπεύουν την αιτία της ασθένειας, μόνο τα συμπτώματα και γι’ αυτό συνεχίζονται οι ασθένειες…
2. τον βιασμό του περιβάλλοντος: γιατί για να θρέψουν τα άπειρα ζώα που χρειαζόμαστε εμείς τα ανθρώπινα ζώα,
– αποψιλώνονται άπειρες εκτάσεις για τη «διαμονή» και «διατροφή» τους, διαβρώνονται τα εδάφη και λιγοστεύουν οι βροχές, αφού λιγοστεύουν τα δάση
– αποψιλώνονται άλλες άπειρες εκτάσεις για τη μεταλλαγμένη διατροφή τους, ατέλειωτες μονοκαλλιέργειες που σκοτώνουν κάθε ίχνος μικροοργανισμού και, επομένως, του υγιούς εδάφους με τα φυτοφάρμακα, λιπάσματα και ό,τι χημικό μπορείς να φανταστείς,
– επεκτείνονται τα μεταλλαγμένα και διασταυρώνονται με ντόπιες ποικιλίες, οι οποίες έχουν αρχίσει να εξαφανίζονται. Αν εξαφανιστούν οι ντόπιες ποικιλίες, δεν θα έχουμε άλλη επιλογή απ΄το να αγοράζουμε υβρίδια ή/και μεταλλαγμένα κάθε χρόνο, γιατί οι σπόροι είναι στείροι. Αν είμαστε αυτό που τρώμε, ποιος ξέρει τι γίνεται στο σώμα μας όταν τρώμε στείρα ή/και μεταλλαγμένη τροφή..
– μολύνονται τα υπόγεια ύδατα (δεν έχει μείνει πηγή για πηγή),
– και άλλα πολλά…
3. την κακοποίηση των ζώων – γιατί μεγαλώνουν υπο άθλιες συνθήκες, μέσα στα απόβλητά τους απο τη στιγμή που γεννιούνται μέχρι τη στιγμή που τα σκοτώνουν και μάλιστα τις περισσότερες φορές βίαια (ντοκιμαντέρ: Earthlings)
4. τη μίζερη ψυχολογική κατάσταση των ανθρώπων που δουλεύουν σε τέτοιο περιβάλλον και είναι η δουλειά τους να σκοτώνουν τα αθώα αυτά όντα.
Μέχρι τότε, δεν πίστευα πως η ψυχολογική κατάσταση του ζώου που τρώμε επιδρά στον οργανισμό μας. Για να μπορέσω να παρατηρήσω τις επιδράσεις του κρέατος, ήταν σημαντικό να κάνω ένα μεγάλο διάλειμμα από αυτό. Το έκοψα για λίγους μήνες πάλι και ξαναέφαγα όταν έφτασα στο χωριό μου, λέγοντας στον εαυτό μου πως θα είναι εντάξει να τρώω μόνο «χωριάτικο» κρέας, αφού είναι μεγαλωμένο σε «φυσικό» περιβάλλον, με πιο «αγνά» υλικά. Κατάλαβα πως ήταν μια μεταβατική φάση, γιατί το άγχος δεν έπαψε να κυριεύει το σώμα μου μετά από κάθε κρεατοφαγικό γεύμα, αφού τα ζώα πάντα θα αγχώνονται πριν τερματίσουμε τη ζωή τους. Βίωνα το ρητό «Είσαι αυτό που τρως» τόσο έντονα, που απλά αηδίασα και έκοψα το κρέας.
Ωστόσο, παρέμεινα ψαροφάγος. «Σίγουρα τα ψαράκια δεν μας κάνουν κακό», σκέφτηκα.
Για να κόψω και τα ψαρικά, έπρεπε να τα δω τα πράγματα εντελώς αλλιώς.
Άρχισα να ακούω τους χορτοφάγους να μου εξηγούν πως το ανθρώπινο σώμα δεν είναι φτιαγμένο για την «πτωματοφαγία», γιατί το έντερό μας είναι 10-12 φορές πιο μακρύ από το σώμα μας, ενώ των σαρκοφάγων είναι 3-6 φορές μακρύτερο από το σώμα τους. Τα σαρκοφάγα, λοιπόν, μπορούν να απορροφήσουν τα συστατικά που χρειάζονται και να αποβάλλουν το κρέας από το σώμα τους σε εύλογο χρονικό διάστημα. Ενώ στα δικά μας έντερα, αρχίζει να σαπίζει, να πιάνει σκουλήκια…και είναι πλέον αυτονόητη η σύνδεση μεταξύ αυτού του γεγονότος και των ασθενειών που τρέχουμε και δεν φτάνουμε να γιατρέψουμε. Συν το οτι αισθανόμαστε χάλια, χωρίς καν να το αντιλαμβανόμαστε, να αγχωνόμαστε, να είμαστε πιο επιθετικοί, κλπ. Και πριν προλάβει να βγει από το σύστημά μας, επαναλαμβάνουμε τη διαδικασία για να εξασφαλίσουμε τη συνεχόμενη σήψη στο σώμα μας και την ατέρμονη καταστροφή της υγείας μας.
Άκουσα τους ζωόφιλους (γιατί για αυτούς πρόκειται για ζωοφιλία και όχι μόνο για χορτοφαγία) να μου εξηγούν πως η αγάπη μας για τη φύση και τα ζώα είναι άμεσα συνυφασμένη με τον τρόπο που τα χειριζόμαστε. Πώς μπορούμε να σκοτώνουμε τους συγκατοίκους μας και να αισθανόμαστε καλά;
Διάβασα Krishnamurti, ο οποίος μας λέει πως «αν θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε και να τηρήσουμε μια βαθιά σχέση με τη φύση, δεν θα σκοτώναμε ποτέ ένα ζώο για την όρεξή μας…θα βρίσκαμε άλλους τρόπους να θεραπεύσουμε τις πληγές μας, να θεραπεύσουμε το σώμα μας».
Και για το αποτελειωτικό χτύπημα διάβασα και το άρθρο «Πλουτάρχου: Περι Σαρκοφαγίας Λόγος Α’» στο Veganism blog (διαβάστε το!):
«Οι δύο λόγοι περί σαρκοφαγίας του Πλουτάρχου, οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στο μακροσκελές έργο του «Τα Ηθικά» ανήκουν θα λέγαμε στην πρώιμη παράδοση υπεράσπισης των ζώων η οποία ξεκίνησε, στον δυτικό τουλάχιστον κόσμο, από τον Πυθαγόρα…
Ακολουθούν κάποια σημαντικά σημεία από τον πρώτο λόγο: (συμπεριλαμβάνω μόνο ένα)
…7. Η δυσμενής επίπτωση της σαρκοφαγίας στο πνεύμα: «Η σαρκοφαγία δεν είναι μόνον για τα σώματα παρά φύση, αλλά μας κάνει πνευματικά τραχείς και χυδαίους λόγω του κορεσμού και της κατάχρησης… Η σάρκα αλλοιώνει το πνεύμα, θολώνει και παραμορφώνει την άποψη για τα πράγματα, γιατί την περνάει από τον παραμορφωτικό φακό της βίας και της αδικίας».
Αυτός ο λόγος του Πλουτάρχου όχι μόνο υπεράσπισε όλα τα συμπεράσματα που μου πήρε τόσα χρόνια να αντιληφθώ, αλλά μου επιβεβαίωσε πως «Είμαστε αυτό που τρώμε…και τρώμε αυτό που είμαστε». Αν τρώμε όλη αυτή την κακοποίηση του περιβάλλοντος και των ζώων, ουσιαστικά γινόμαστε κακοποιοί του εαυτού μας και επομένως των ζώων και του περιβάλλοντος, προχωρώντας ανελλιπώς προς την ίδια μας την καταστροφή. Έχουμε την επιλογή, επομένως, να κάνουμε κάτι ουσιαστικό για τον εαυτό μας και τον πλανήτη μας σταματώντας αυτόν τον φαύλο κύκλο. Αυτό, για εσάς, μπορεί απλά να σημαίνει να υποστηρίξετε τους ντόπιους κρεατο-παραγωγούς σας, όχι απαραίτητα να το κόψετε.
Αυτή, για τώρα, είναι η δική μου άποψη. Η αλήθεια είναι στο στομάχι μας και η αλλαγή είναι στα χέρια μας!
Πηγή: www.kangouro.gr