Οι επιπτώσεις στην υγεία από τα πυρηνικά

                                                         Της Μαρίας Αρβανίτη – Σωτηροπούλου

Γιατρού, συγγραφέα, προέδρου της «Πανελλήνιας Ιατρικής Εταιρείας για την προστασία του περιβάλλοντος και κατά της πυρηνικής και βιοχημικής απειλής»)

Η έκθεση στην ακτινοβολία ενός ζώντος οργανισμού δημιουργεί προβλήματα υγείας τόσο στα άτομα που εκτέθηκαν σε αυτή όσο και τους απογόνους τους. Γενικά παρατηρούνται δυο κατηγορίες συνεπειών στην υγεία, οι στοχαστικές και οι μη στοχαστικές συνέπειες. Οι πρώτες χαρακτηρίζονται από μια τυχαιότητα και το μέγεθός τους είναι πάντα το μέγιστο δυνατόν. Αντίθετα οι δεύτερες δεν παρουσιάζουν τυχαιότητα, δηλαδή η εμφάνισή τους από ένα επίπεδο δόσης και πάνω είναι βέβαιη και το μέγεθος συνδέεται άμεσα με το μέγεθος της απορροφώμενης δόσης.

Στις μη στοχαστικές συνέπειες κατατάσσονται το γαστρεντερικό σύνδρομο, η καταστροφή του μυελού των οστών, η ακτινική πνευμονίτις και άλλα μικρότερης σημασίας σύνδρομα. Κοινό τους χαρακτηριστικό είναι ότι για όλα υπάρχει μια κατώτατη δόση κάτω από την οποία αυτά δεν εμφανίζονται.

Αντίθετα οι στοχαστικές επιπτώσεις δεν συνδέονται με την ύπαρξη κατώτερου ουδού ακτινοβολίας. Αυτές είναι ο καρκίνος και οι κληρονομικές αλλοιώσεις που εμφανίζονται στους απογόνους, η δε εκδήλωσή τους μπορεί να γίνει δεκάδες χρόνια μετά την έκθεση στην ακτινοβολία.

Οι στοχαστικές επιπτώσεις που προκαλούνται από πολύ χαμηλές δόσεις ακτινοβολίας κάτω του 1 Sievert (=100 rem) είναι πολύ σπουδαιότερες για το μέλλον της ανθρωπότητας επειδή δεν αφορούν μόνο τους λίγους ανθρώπους που βρέθηκαν κοντά στην εστία του πυρηνικού ατυχήματος, αλλά αφορούν τη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων ατόμων ακόμη και στην περίπτωση περιορισμένου ατυχήματος.

Το κοινό χαρακτηριστικό των κληρονομικών ανωμαλιών και των καρκινοπαθειών που προκαλούνται από τη ραδιενέργεια είναι οι αλλοιώσεις στο DΝΑ. Οι πιο συνηθισμένες μορφές καρκινοπαθειών που προκαλούνται από την ακτινοβολία είναι λευχαιμίες, καρκίνοι του στήθους, του μυελού των οστών, του πνεύμονα, των οστών, του εντέρου, του θυρεοειδούς, του ήπατος, του λεπτού εντέρου και του δέρματος.

Η λανθάνουσα περίοδος εμφάνισης της νόσου ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο του καρκίνου. Οι λευχαιμίες αρχίζουν αμέσως μετά την έκθεση και φθάνουν το μέγιστο μετά 7 έτη, ενώ η εκδήλωση των εντοπισμένων καρκίνων αρχίζει 7 χρόνια μετά την έκθεση και φθάνει το μέγιστο 40 χρόνια μετά. Το 50% των κρουσμάτων αναμένεται στην πρώτη περίπτωση εντός διαστήματος 12,5 ετών ενώ στη δεύτερη περίπτωση στα 25 χρόνια. Οι κληρονομικές ανωμαλίες διακρίνονται σε μεταλλάξεις και χρωματοσωματικές αλλοιώσεις. Ως μεταλλάξεις ορίζουμε τις τοπικές βλάβες στο DNA που δεν συνοδεύονται από ορατές αλλοιώσεις στη δομή του χρωματοσώματος.

Χρωματοσωματικές αλλοιώσεις προκύπτουν από μη επιδιορθούμενες βλάβες των χρωματοσωμάτων που είναι συνήθως ορατές στο μικροσκόπιο. Κύτταρα με χρωματοσωματικές αλλοιώσεις ιδίως εκτεταμένες δεν είναι συνήθως βιώσιμα και επομένως δεν συμμετέχουν στη δημιουργία απογόνων. Απόγονοι που προέρχονται από γεννητικά κύτταρα με χρωματοσωματικές αλλοιώσεις εκδηλώνουν κληρονομικές ανωμαλίες τύπου Μογγολισμού (σύνδρομο Down) και είναι προβλέψιμες από προγεννητικές εξετάσεις όπως η αμνιοκέντηση.

Αντίθετα οι μεταλλάξεις δεν είναι ανιχνεύσιμες με το μικροσκόπιο, χρειάζονται εξειδικευμένες εξετάσεις ή ανοσοβιολογικές αναλύσεις για την ανίχνευσή τους σε ορισμένες περιπτώσεις και είναι πιο επικίνδυνες γιατί ως βιώσιμα τα κύτταρα συμμετέχουν στη δημιουργία απογόνων. Δεν υπάρχει δόση κατωφλίου για τη δημιουργία μεταλλάξεων. Όσο μικρή κι αν είναι η ποσότητα ακτινοβολίας που απορροφά ένα κύτταρο, πάντοτε δημιουργείται αυξημένη πιθανότητα πρόκλησης μεταλλάξεων.

Το σημαντικότερο όμως πρόβλημα προκύπτει από το γεγονός ότι η πλειονότητα των μεταλλάξεων είναι υπολειπόμενου τύπου, έτσι που δεν εκδηλώνονται στην πρώτη γενεά, αλλά περνώντας μέσα από το γενετικό υλικό φθάνει στους απογόνους το ίδιο επικίνδυνη, ανεξάρτητα από το πόσες γενιές θα περάσουν. Οι μεταλλάξεις είναι στην πλειονότητά τους δυσμενείς για τα άτομα στα οποία εκδηλώνονται και παράδειγμα μετάλλαξης υπολειπόμενου τύπου είναι η γνωστή μας μεσογειακή αναιμία.

Μέχρι σήμερα χρήση των πυρηνικών έχει επιβαρύνει αναπόφευκτα όλο τον πλανήτη με ραδιενέργεια που ευθύνεται για την αύξηση των κρουσμάτων καρκίνου παγκοσμίως και γενετικές μεταλλάξεις. Το Τσερνομπίλ προσέφερε τεράστιο πραγματικό ανθρώπινο υλικό για να αξιολογήσουμε τις επιπτώσεις της ραδιενέργειας και να συγκρίνουμε την εμπειρία με τις επιπτώσεις των ατομικών βομβών στην Ιαπωνία και σε κατοίκους του Ειρηνικού από τις πυρηνικές δοκιμές.

Σύμφωνα με μελέτες αμερικανών και ρώσων γιατρών (Βertrell – Yacovlοf), οι βιομηχανικές πυρηνικές δραστηριότητες και οι ατμοσφαιρικές πυρηνικές δοκιμές προκάλεσαν μέχρι σήμερα παγκοσμίως:

* 500 εκατομμύρια αποβολές,

* 5 εκατομμύρια θανάτους νεογέννητων,

* 376 εκατομμύρια καρκίνους,

* 235 εκατομμύρια γενετικές βλάβες,

* 587 εκατομμύρια τερατογενέσεις,

* 5 εκατομμύρια διανοητικές καθυστερήσεις.

Συνολικά πάνω από 1,5 δισεκατομμύριο άνθρωποι σκοτώθηκαν, παραμορφώθηκαν ή αρρώστησαν μέχρι σήμερα από την πυρηνική τεχνολογία.

Οι συνέπειες του Τσερνομπίλ

Για να γίνουν κατανοητά τα παραπάνω, έχει ιδιαίτερη αξία να υπενθυμιστούν οι – καθαρά ιατρικές – συνέπειες του Τσερνομπίλ.

Σύμφωνα με τις ρωσικές αρχές, περισσότερο από 90% των «εκκαθαριστών» έγιναν ανάπηροι (άρρωστοι ή ανίκανοι προς εργασία). Δηλαδή από 540.000 έως 775.000 άτομα είναι ανάπηροι. Αν αυτό αναχθεί στον συνολικό αριθμό των μολυσμένων (600.000 – 1.000.000), ο αριθμός αλλάζει σε 540.000 – 900.000 ανάπηρους μόνο γι’ αυτή την κατηγορία προσβληθέντων. Αυτοί οι άνθρωποι γερνούν πρόωρα και αναπτύσσουν διάφορες μορφές καρκίνου, λευχαιμία, σωματικές και ψυχολογικές αρρώστιες. Μεγάλος αριθμός έχει καταρράκτη. Συγγενείς ανωμαλίες αναπτύχθηκαν στα παιδιά τους, ενώ δεν μπορεί να υπολογιστούν οι επιπτώσεις στις μελλοντικές γενιές.

Η νεογνική θνησιμότητα αυξήθηκε πολύ σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες. Οι θάνατοι νεογνών που οφείλονται στο Τσερνομπίλ είναι περί τις 5.000. Οι γενετικές και τερατογενετικές περιπτώσεις αυξήθηκαν πολύ σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες. Στη Βαυαρία μόνο αναφέρθηκαν 1.000 – 3.000 επιπρόσθετες τερατογενέσεις από την εποχή του Τσερνομπίλ. Φοβόμαστε ότι για την Ευρώπη περισσότερο από 10.000 σοβαρές ανωμαλίες έχουν σχέση με τη ραδιενέργεια. Ο εκτιμούμενος αριθμός των περιστατικών που δεν καταγράφηκαν είναι μεγάλος, διότι ακόμη και η IAEA συμπεραίνει ότι 100.000 – 200.000 εκτρώσεις έγιναν λόγω Τσερνομπίλ.

Οι συνολικές γενετικές βλάβες που οφείλονται στο Τσερνομπίλ δύσκολα εκτιμώνται. Σύμφωνα με το UNSCEAR ανέρχονται σε 12.000 – 83.000 στην περιοχή του Τσερνομπίλ και 30.000 – 207.000 στον κόσμο. Μόνο το 10% των αναμενόμενων αποκαλύπτεται στην πρώτη γενιά.

Στη Λευκορωσία μόνο, πάνω από 10.000 ανέπτυξαν καρκίνο θυρεοειδούς μετά την καταστροφή. Σύμφωνα με τις εκθέσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, μόνο στην περιοχή Gomel της Λευκορωσίας αναμένεται ότι 50.000 παιδιά θ’ αναπτύξουν καρκίνο θυρεοειδούς.

Μια μελέτη της τσεχικής κυβέρνησης αναφέρει ότι καταγράφηκαν πάνω από 400 πρόσθετοι καρκίνοι θυρεοειδούς. Στο σύνολο της Ευρώπης (εκτός των συνόρων της τ. Σοβιετικής Ένωσης) οι καρκίνοι θυρεοειδούς που οφείλονται στο Τσερνομπίλ ανέρχονται σε 10.000 – 20.000.

Άλλες μορφές καρκίνου που οφείλονται στο ατύχημα είναι ο καρκίνος του μαστού σε γυναίκες νεαρής ηλικίας στη Λευκορωσία και όγκοι του νευρικού συστήματος σε παιδιά στην Ουκρανία. Καθώς και νέες περιπτώσεις λευχαιμίας και στις δυο χώρες.

Στις περισσότερο μολυσμένες περιοχές της Γερμανίας αυξήθηκε πολύ, κυρίως σε παιδιά, το νευροβλάστωμα. Στις Γερμανία, Ελλάδα, Σκωτία και Ρουμανία υπήρξε εντυπωσιακή αύξηση των λευχαιμιών. Στη Βόρεια Σουηδία αναφέρθηκαν 849 επιπρόσθετες περιπτώσεις καρκίνου από το 1996, ενώ εκτιμάται ότι τα άλλα είδη καρκίνου και η λευχαιμία στα παιδιά θα ανέλθουν σε δεκάδες χιλιάδων. Αναφέρθηκε επίσης αύξηση των κρουσμάτων διαβήτη τύπου 1 σε νέους και παιδιά. Οι επίσημες αρχές της Δύσης ανησυχούν για τις πολλές σωματικές και ψυχικές ασθένειες που παρουσιάστηκαν στις πλέον μολυσμένες περιοχές.

Σε έγγραφο του υπουργείου Τσερνομπίλ στην Ουκρανία αναφέρεται ότι οι νόσοι των ενδοκρινών αδένων αυξήθηκαν 25 φορές από το 1987 έως το 1992, του νευρικού συστήματος 6 φορές, του κυκλοφορικού 44, του γαστρεντερικού 60 φορές, του μυοσκελετικού 50 φορές και οι ψυχολογικές νόσοι 53 φορές. Εκτιμάται ότι οι υγιείς άνθρωποι που αρρώστησαν λόγω Τσερνομπίλ από το 1987 έως το 1996 ανέρχονται από 59% έως 18%, ανάλογα με την περιοχή, και στα παιδιά μολυσμένων γονέων από 81% έως 30%.

Σε απόρρητο έγγραφο το γερμανικό υπουργείο Οικονομίας αναφέρεται στις πιθανές επιπτώσεις από πυρηνικό ατύχημα στη Γερμανία. Σύμφωνα με αυτό, εκτιμάται ότι το μέγιστο θα επέφερε μέχρι και 1,7 εκατομμύρια νεκρούς από καρκίνο…

(Ποντίκι, 15.5.2008)

Πηγή: ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Scroll to Top