Γράμμα – Μήνυμα Ειρήνης από την Τουρκία…..

Με αφορμή την απαίτηση του Π. Ψωμιάδη να αποσυρθεί το βιβλίο της Ιστορίας της Στ’ Δημοτικού ως εθνικά επικίνδυνο, επειδή -μεταξύ άλλων- “ο Κεμάλ αναφέρεται ως «ο ηγέτης του απελευθερωτικού αγώνα των Τούρκων»”, ο Μιχάλης Τρεμόπουλος, αρνούμενος το δικαίωμα στον νομάρχη
να στέλνει στην πυρά τα βιβλία, απάντησε -μεταξύ άλλων- ότι ο Κεμάλ είναι τέκνο της Θεσσαλονίκης και η πόλη θα έπρεπε να τον τιμήσει. Επειδή όμως οι εθνολαϊκιστές αδυνατούν να καταλάβουν την έννοια της «τιμής» σε έναν αντίπαλο, κατέφυγαν σε ψευδολογίες για μηδέποτε προταθέντα αγάλματα και πλατείες και τον κατήγγειλαν για «αντεθνική στάση». Μετά την πρώτη παραζάλη με την επικοινωνιακή χειραγώγηση εναντίον του ο Μ.Τ. επικοινώνησε με έναν φίλο του Τούρκο αντιμιλιταριστή, που έχει σπουδάσει στην Ελλάδα και του ζήτησε να σχολιάσει αυτά που λέγονται εδώ για τον Κεμάλ. Ο Murat Gün, του έστειλε το παρακάτω γράμμα, κατευθείαν στα ελληνικά«Εδώ κάποιοι λένε ότι Κεμαλιστές είναι μόνο οι Γκρίζοι Λύκοι και ότι αυτοί που συγκεντρώθηκαν για να καταδικάσουν τη δολοφονία του Τουρκο-αρμένιου Ντινκ ήταν αντικεμαλικοί».

Αγαπητέ Μιχάλη
Η παραπάνω έκφραση που γράφεις, μου κάνει μεγάλη εντύπωση και δε θέλω να πιστεύω ότι τη συμμερίζεται η πλειοψηφία των Ελλήνων. Έχοντας υπόψη την εικόνα που έχει ο μέσος Έλληνας για τους «γκρίζους λύκους» και τους αναφερόμενους διαμαρτυρούμενους, αυτό υποδηλώνει ότι μέρος της ελληνικής κοινής γνώμης προσδίδει το κάθε κακό στον «Κεμάλ» και το κάθε καλό στους «αντικεμαλικούς».

Εφόσον υπάρχει μπέρδεμα για την ταυτότητα του πλήθους που μαζεύτηκε στην κηδεία του Ντινκ, ας αρχίσω με το απόσπασμα κάποιου άρθρου, αυτής της παράταξης. Ο αρθρογράφος είναι ο Τανέρ Άκτσαμ (Taner Akçam), ο οποίος είναι καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Μινεσσότα των ΗΠΑ, συγγραφέας αρκετών βιβλίων της νεότερης τουρκικής ιστορίας και αυτοχαρακτηρίζεται αριστεριστής και δημοκράτης και έγραφε που και που και στην εφημερίδα του Ντινκ και ήταν φίλος του. Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην τουρκική εφημερίδα Radikal, λίγες μέρες μετά από τη δολοφονία και την κηδεία του Ντινκ. Ίσως να σε βοηθήσει να καταλάβεις το πνεύμα της σύγκρουσης που ξεκίνησε τελευταία:

«(…) Η τουρκοσύνη, είναι κάτι όμορφο, αξιοσέβαστο τόσο που δεν μπορεί να την αφήνουμε στα χέρια των φονέων, των δολοφόνων. Το ίδιο και η αρμενιοσύνη… Εμείς, ξέρουμε πως, θα μπορούμε να είμαστε περήφανοι για την τουρκοσύνη μας, μόνο αν καταφέρουμε, τους δολοφόνους, να ονομάζουμε δολοφόνους. Σήμερα αυτό κάνουμε. Ξέρουμε πως ομορφαίνει η τουρκοσύνη μας, όσο εμείς φωνάζουμε «είμαστε όλοι Αρμένιοι».

(…) Όπως σήμερα λέμε ότι δεν είναι πραγματικός Τούρκος αυτός που δεν μπορεί να βάζει απόσταση μεταξύ του ίδιου και του δολοφόνου του Ντινκ, όπως σήμερα κατέχουμε την ικανότητα να βάζουμε απόσταση μεταξύ της τουρκοσύνης και του δολοφόνου του Ντινκ, το ίδιο πρέπει να κάνουμε και για το 1915.

Αυτοί που σήμερα στηρίζουν το δολοφόνο του Ντινκ, είναι εκείνοι που στηρίζουν και τους δολοφόνους του 1915.

Αυτοί που ενστερνίζονται τον Ταλάτ, το Μπαχαεττίν Σακίρ, τον Γιατρό Νάζιμ του χθες και τους προσκυνούν, θα προσκυνήσουν και αυτόν, τον δολοφόνο του Ντινκ.

(…) Όπως χαρακτηρίζουμε σήμερα «πράξη ντροπής» τη δολοφονία του Ντινκ, πρέπει να μπορούμε να χαρακτηρίζουμε και τις δολοφονίες του 1915 «πράξεις ντροπής» όπως και ο Κεμάλ Ατατούρκ. (Στο τελευταίο του βιβλίο ο συγγραφέας Τανέρ Άκτσαμ, προκαλώντας συζητήσεις, υποστήριξε ότι ο Κεμάλ Ατατούρκ στις 24 Απριλίου του 1920 στην ομιλία του κατά τα εγκαίνια της Βουλής είπε τα εξής: «Οι αντίπαλοι μας (τα κράτη της Αντάντ) μας απειλούν. Ζητούν να μη γίνουν σφαγές μέσα στη χώρα. Αυτός ο ισχυρισμός είναι αβάσιμος. Σε ποιο μέρος της χώρας μας οι Αρμένιοι δέχτηκαν ή δέχονται σφαγές; (…) Δε θέλω να αναφέρω τις αρχικές φάσεις του Γενικού (1ου Παγκοσμίου) Πολέμου. Εξάλλου αυτό που αναφέρουν τα κράτη της Αντάντ είναι «πράξεις ντροπής» που ανήκουν στο παρελθόν.»)

(…) Εμείς είμαστε υπέρ του Ταλάτ, του Ενβέρ, του Μπαχαεττίν Σάκιρ, του Γιατρού Νάζιμ, του Ρεσίτ του νομάρχη του Ντιγάμπακιρ και των φονικών πράξεων και της δικιάς τους τουρκοσύνης;

Εμείς θα υποστηρίξουμε να κάνουν αυτοί φόνους στο όνομα της τουρκοσύνης ή θα ενστερνιστούμε την τουρκοσύνη εκείνων που καταδικάζουν αυτές τις δολοφονίες;

Πρέπει να ξέρουμε: είχαμε κι εμείς τους δικούς μας ανθρώπους το 1915: Είχαμε τον Μαζχάρ μας το νομάρχη της Άγκυρας, τον Τζελάλ μας το νομάρχη της Χαλέπης, το Ρεσίτ μας το νομάρχη της Κασταμονής, τον Τζεμάλ μας τον κτήτορα της Γιοζγάτης, τον Αλί Φαίκ μας τον καϊμακάμη της Κιουτάχιας, τον Αλί Φουάτ μας τον καϊμακάμη του Δερ-Ζορ (Αναφέρει εδώ και παρακάτω κάποια γνωστά ονόματα από αυτούς που εναντιώθηκαν τότε, στις δολοφονίες του 1915 -σ.μ).

Είχαμε στα 1915 και πολλούς αξιωματικούς και στρατιώτες που τους αγκαλιάζουμε στο όνομα της τουρκοσύνης. Είχαμε κι εμείς τον στρατηγό Βεχίπ μας τον διοικητή της 3ης στρατιάς, τον Αβνί Πασά μας τον φρούραρχο της Τραπεζούντας, τον συνταγματάρχη Βασφή μας, τον ταγματάρχη Σάλιμ τον φρούραρχο της Γιοζγάτης.

Σήμερα οι Τραπεζούντιοι μπορεί να έχουν το δολοφόνο του Ντινκ (ο δολοφόνος είναι από την Τραπεζούντα σ.μ), είχαν όμως το 1915 τους συμπατριώτες τους που τους δολοφόνους, χωρίς περιστροφές, τους ονόμαζαν δολοφόνους! Είχαν τον Νούρι τον αστυνόμο, τον Αλί Μπέυ τον έμπορο, τον Χάφιζ Μεχμέτ Εμίν το βουλευτή. (…)

Όλοι αυτοί είναι μόνο μερικοί από δεκάδες, χιλιάδες, δεκάδες χιλιάδες. Πρέπει σήμερα οι Τούρκοι και η Τουρκία να επιλέξουν μια απ’ τις δύο: ή την τουρκοσύνη των χθεσινών και σημερινών δολοφόνων ή την τουρκοσύνη εκείνων που σήμερα λένε ‘όλοι είμαστε Αρμένιοι’ και έλεγαν χθες ‘δε βάφουμε τα χέρια μας με αίμα’.

Όλος ο κόσμος, μας παρακολουθεί σήμερα με σεβασμό, διότι βλέπουν τον τοίχο που χτίζεται μεταξύ της πραγματικής τουρκοσύνης και της βαρβαρότητας. Σήμερα χτίζουμε έναν τοίχο μεταξύ του δολοφόνου και της τουρκοσύνης: είμαστε Τούρκοι, που τους δολοφόνους, ξέρουμε να τους ονομάζουμε δολοφόνους….»

Εδώ πρέπει να έχουμε υπόψη ότι ο αρθρογράφος είναι από τους «σκληρούς» εκπροσώπους αυτής της παράταξης και ότι όλοι όσοι συγκεντρώθηκαν στην κηδεία του Ντινκ δεν είχαν την ίδια άποψη για τα γεγονότα του 1915 –και ούτε έπρεπε να είχαν για να μαζευτούν εκεί. Η προοδευτική κοινή γνώμη, δεχόμενη ή μη δεχόμενη τις κατηγορίες περί γενοκτονίας –τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά γι’αυτούς που τα βιώνουν, γνωρίζουν και αυτοί τους δικούς τους πόνους- αφήνει το θέμα στους ιστορικούς, εναντιωνόμενη σε κάθε πολιτική του χρήση. (Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι, και ο ίδιος ο Ντινκ, περίμενε να τεθεί σε ισχύ στη Γαλλία ο νόμος, που θα απαγορεύει την άρνηση της «γενοκτονίας των Αρμενίων», για να πάει εκεί να καταπατήσει το νόμο, παρά το ότι πίστευε το αντίθετο.)

Όσον αφορά την ταυτότητα του πλήθους, που είτε σωματικώς είτε πνευματικώς μαζεύτηκε στην πορεία-κηδεία του Ντινκ, ήταν ένα πολύ μεγάλο μείγμα. Είναι όμως σίγουρο ότι, κατά τη γνώμη τους, δεν υπάρχει κανένας πιο κεμαλιστής απ’αυτούς μεταξύ εκείνων που εναντιώθηκαν στο πνεύμα, που δημιουργήθηκε εκεί.

Πριν αρχίσω να σου ανακεφαλαιώνω την άποψη των προοδευτικών για τον Κεμάλ, να προσπαθήσω να σου περιγράψω πρώτα τις τότε συνθήκες και το περιβάλλον, όπως τα αντιλαμβάνεται ένας μέσος προοδευτικός Τούρκος και να συνεχίσω μετά.

-Μετά τη διάλυση του Οθωμανικού κράτους, τέθηκε σε κίνδυνο η ζωή του τουρκικού έθνους. Ο σουλτάνος πρόδωσε τη χώρα και επικρατούσε η απελπισία. Διαμελίστηκε η χώρα και δέχτηκε εισβολές από τα κράτη της Αντάντ. Με βάση τις ιδέες περί εθνικών κρατών, οι διάφοροι λαοί της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας άρχισαν ή συνέχισαν με τους εθνικούς απελευθερωτικούς αγώνες, οι οποίοι σκοπεύοντας στον καθολικό διαμελισμό της χώρας, απείλησαν –εκ των πραγμάτων- την τουρκική ύπαρξη. Με τα ίδια ιστορικά δικαιώματα -το λιγότερο- και ο τουρκικός λαός οργάνωσε το δικό του εθνικό απελευθερωτικό αγώνα. Οι συγκρούσεις αυτές, λογικά δεν περιορίστηκαν μόνο στο επίπεδο των τακτικών στρατών –ας έχουμε υπόψη ότι, σύμφωνα με το σχετικό άρθρο της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός, στο τέλος του 1ου παγκοσμίου πολέμου, είχε διαλυθεί ο οθωμανικός στρατός- και οι άοπλοι λαοί οπλίστηκαν ο ένας εναντίον του άλλου. Πολεμούσανε πλέον οι λαοί που ζούσανε κυριολεκτικά μικτοί στις ίδιες συνοικίες. Ξεκινώντας από τους βαλκανικούς πολέμους, ο κάθε πλέον «επαναστατημένος» λαός και το κάθε κράτος της Αντάντ, είχαν μεταξύ τους πολύπλοκες σχέσεις και συμμαχίες, σύμφωνα με τις τότε τρέχουσες συνθήκες. Οι αλληλοσφαγές ήταν αναπόφευκτες. Οι ευρωπαίοι που έγραψαν την Ιστορία του τόπου, αγνόησαν τις πέντε εκατομμύρια απώλειες των Τούρκων ή, ακόμη χειρότερα, τις θεώρησαν «φυσιολογικές», στο όνομα των «δίκαιων αγώνων των υπολοίπων λαών».

-Τότε που η κατάσταση ήταν εξ’ολοκλήρου απελπιστική για τους Τούρκους και ήδη είχαν αυτοί παραδοθεί και έψαχνε μάταια όλη η ηγεσία μεσαίες και μερικές λύσεις υπό την αιγίδα -για μερικούς- της Γερμανίας και -για άλλους- της Αμερικής, εμφανίστηκε ο Κεμάλ, εκφράζοντας την απόλυτη ανεξαρτησία και έπεισε γι’αυτήν τους υπολοίπους της ηγεσίας.

-Ο τουρκικός απελευθερωτικός αγώνας ήταν -όσο τουλάχιστον και κάθε άλλος- δικαιότατος, απίθανα δύσκολος και οδυνηρός –και νομίζω ότι δεν υπάρχει σήμερα προοδευτικός Τούρκος που να μη έπαιρνε θέση σ’αυτόν, αν ζούσε τότε.

-Τον Κεμάλ του απελευθερωτικού αγώνα, τον λατρεύουν όλοι οι Τούρκοι, συμπεριλαμβανόμενοι και οι ακροαριστεροί, που ίσως να προσθέτουν κάποιους χαρακτηρισμούς, τύπου «πραγματιστής» και «αντικομμουνιστής». Όσον αφορά τους ακροδεξιούς και τους φανατικούς ισλαμιστές, διαφωνούν –για τους γνωστούς λόγους- με τον Κεμάλ των μεταρρυθμίσεων, που εμφανίστηκε μετά τη λήξη του πολέμου.

-Ο Κεμάλ ξεπερνούσε κατά πολύ την εποχή του. Όσον αφορά τον πόλεμο, τον μισούσε και το απέδειξε με κάθε ευκαιρία. Βλέποντας π.χ. τους νεκρούς Έλληνες στρατιώτες στο πεδίο πολέμου, στο Άφιον Καραχισάρ, είπε: «αυτή η εικόνα είναι για να ντρέπεται η ανθρωπότητα, αλλά δυστυχώς μας ανάγκασαν, για τη νόμιμη άμυνά μας (1)» και κάπου αλλού: «Ο πόλεμος είναι δολοφονία, αν δεν κινδυνεύει η ζωή ενός έθνους (2)».

Απλά έκανε το καθήκον του και δεν έτρεφε μίσος και προς τον εχθρό του (π.χ. λίγες μέρες πριν τη λήξη του πολέμου, είπε σε κάποια στρατιωτικά στελέχη: «Δε θέλαμε να πολεμήσουμε.(…) Στείλαμε τους εκπροσώπους μας στην Ευρώπη. (Εκείνοι όμως) θεώρησαν αδυναμία το αίτημά μας για την ειρήνη.(…) Οι Έλληνες πολιτικοί έγιναν όργανο των ιμπεριαλιστών. Μετά που θα ξεπεράσουμε αυτή τη φρικαλεότητα, θα καταλάβουν κάποια μέρα και οι Έλληνες την αλήθεια και θα γίνουμε φίλοι (3)») και σεβάστηκε τους κανόνες του πολέμου. Προτείνω, μάλιστα, να διαβάσεις το βιβλίο που έγραψε ο Τρικούπης, ο Έλληνας στρατηγός, που έγινε τις τελευταίες μέρες του πολέμου γενικός διοικητής των ελληνικών στρατευμάτων της Μικράς Ασίας και πιάστηκε αιχμάλωτος στο Ούσακ στους Τούρκους.

Είναι και μια άλλη χαρακτηριστική ιστορία: Στις 10 Σεπτεμβρίου του 1922, όταν ετοιμαζόταν να κάνει την είσοδό του στο στρατηγείο στη Σμύρνη, αρνήθηκε μπαίνοντας να πατήσει την ελληνική σημαία, που την είχαν βάλει στις σκάλες, στις οποίες είχε πατήσει την τουρκική σημαία ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, κατά την είσοδο του στο ίδιο κτίριο (4)

Το να ισχύει αυτό που λένε οι ορισμένοι Έλληνες και να θεωρεί τον Κεμάλ η πλειοψηφία των σημερινών Ελλήνων «σφαγέα», μου κάνει μεγάλη εντύπωση, διότι ο Βενιζέλος με την επιστολή του στις 12 Ιανουαρίου 1934 προς τη σχετική επιτροπή, πρότεινε τον Κεμάλ για Νόμπελ Ειρήνης –ενώ τώρα, σε κατηγορούν για αντεθνική στάση, λόγω της πρότασής σου να τιμηθεί ο Κεμάλ. Επίσης, πάλι ο Βενιζέλος, στη Λωζάνη είχε ζητήσει συγνώμη για τις «ανάρμοστες συμπεριφορές» των Ελλήνων στρατιωτών στη Μικρασία. Θέλω να καταλήξω στο ότι τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες δεν υπήρχε θέμα να κατηγορούνται οι Τούρκοι για καταπατήσεις των κανόνων πολέμου ή σφαγές και γενοκτονίες και ήταν πολύ διαφορετική η εικόνα της ελληνικής κοινής γνώμης για τον Κεμάλ.

Οι χειρισμοί της κοινής γνώμης στα διάφορα δεν είναι απελπιστικά ασφυκτικοί; (Για να ξεκουραστούμε λίγο: Το ίδιο ισχύει και για τον «τουρκικό καφέ». Μέχρι το 1975 ούτε σαν όρος δεν υπήρχε ο «ελληνικός καφές» αλλά τώρα οι Έλληνες, ούτε θυμούνται πως το παράγγελναν «τουρκικό») Κάτι αντίστοιχο, οπωσδήποτε πρέπει να ισχύει και για τους Τούρκους αλλά γι’αυτά εσύ θα με ενημερώσεις. Από μέσα, δύσκολα φαίνονται όλα αυτά.

Οι Έλληνες και οι Τούρκοι, οι μοναδικοί λαοί στον κόσμο που έχουν δώσει απελευθερωτικό αγώνα ο ένας εναντίον του αλλουνού, σίγουρα πρέπει να παρουσιάζουν και κάποια μοναδικά κοινωνικοπολιτικοψυχολογικά φαινόμενα.

Για να κλείσουμε:

-Οι υποθέσεις για το τι θα ήταν ο Κεμάλ αν ζούσε σήμερα, είναι αμφισβητήσιμες. Αλλά σίγουρα όχι «γκρίζος λύκος». Το να ισχυρίζονται όλοι ότι είναι κεμαλιστές, τους μπερδεύει πολλούς και όχι μόνο εσένα. Αν εξαιρέσουμε τους ακραίους, όλοι αναφέρονται στον Κεμάλ. Διότι ο Κεμάλ είναι μια γενικώς αποδεκτή αξία, που κανένα κοινωνικό/πολιτικό κίνημα δεν έχει τύχη στην τουρκική πολιτική σκηνή, αν δηλώνει αντικεμαλικό.

Όσον αφορά την κατάσταση που υφίστασαι εκεί, σου εύχομαι κουράγιο και υπομονή. Ξέρεις πολύ καλά: αυτοί που νομίζουν ότι είναι οι μόνοι που έχουν αγάπη για την πατρίδα και το έθνος και είναι πρόθυμοι να στείλουν την κάθε διαφορετική άποψη σε «Ιερές Εξετάσεις» χαρακτηρίζοντάς την αντεθνική, όπως υπήρχανε στο παρελθόν, θα υπάρχουν και τώρα και στο μέλλον. Πιστεύω πως δεν το κάνουν από κακία. Όντως είναι ανήμποροι να κατανοήσουν την αγάπη μας για την πατρίδα μας, που μας οδηγεί στο να αγαπάμε και τους άλλους και να τους πονάμε –γεγονός που τους μπερδεύει. Εκείνοι ξέρουν μόνο την αγάπη -για την πατρίδα- που τροφοδοτείται από το μίσος -για τους άλλους. Τι παράδοξο! Τι εύφορο έδαφος για τους τοπικούς και παγκόσμιους μιλιταριστές!

Μας κατηγορούν για την ασέβεια στη μνήμη των νεκρών μας. Εμένα ο παππούς μου έπεσε στο Αφιόν Καραχισάρ. Αν έτρεφα μισελληνισμό, θα τους ήταν «αποδεκτό» και «φυσιολογικό». Όμως εγώ, άλλο μήνυμα λαμβάνω από τον παππού μου: «Το πένθος», μου λέει, «δεν ξεπερνιέται με το μίσος». Αποχαιρετώντας τον παππού μου με ευγνωμοσύνη, αγάπη και σεβασμό, γυρνάω στο γιο μου και παίρνω τη δικιά μου στάση στη ζωή: Ναι, είμαστε οι απόγονοι των αλληλοσφαγμένων προγόνων στο παρελθόν, μπορούμε όμως να είμαστε και οι πρόγονοι εκείνων, που θα μετατρέψουν το Αιγαίο σε λίμνη ειρήνης στο μέλλον.
Χρόνια πριν, μετά από κάποια δημοσκόπηση για τα ελληνοτουρκικά που έδειχνε πως οι δύο λαοί δεν συμπαθούν ο ένας τον άλλον, ένας Έλληνας καθηγητής πανεπιστημίου, που σχολίαζε τη δημοσκόπηση, έλεγε: «Τα αποτελέσματα ήταν αναμενόμενα. Τι περιμένατε; Σταματήστε πια με τις σαχλαμάρες περί ελληνοτουρκικής φιλίας!».

Συμφωνώ απολύτως ότι ήταν αναμενόμενα κύριε καθηγητά!
Αλλά δε θα σταματήσουμε με τις σαχλαμάρες περί ελληνοτουρκικής φιλίας!…
Υγεία να έχεις. Καλή συνέχεια…

Murat Gün

(1) Atatürk’ten Hatıralar (Απομνημονεύματα από τον Ατατούρκ), Hasan Rıza Soyak, Τόμος: I, Εκδόσεις Yapı Kredi Bankası, İstanbul, 1973, σελίδα: 135-136.

(2) Tek Adam (Ο Μονάχος Άντρας), Ş.S.Aydemir Τόμος: ΙΙ Εκδόσεις Remzi 8η έκδοση. 1981σελίδα: 546

(3)Türk İstiklal Harbi, Büyük Taarruz ve Takip Harekatı (31 Ağustos – 18 Eylül 1922) (Τουρκικός Απελευθερωτικός Αγώνας, Εκστρατεία Μεγάλης Επίθεσης και Καταδίωξης / 31 Αυγούστου – 18 Σεπτεμβρίου 1922), Εκδόσεις ATASE, Ankara, 1969, σελίδα 244-245.

(4) Atatürk’ü Özleyiş (Νοσταλγία για τον Ατατούρκ), Ruşen Eşref Ünaydın, Εκδόσεις Yenigün Haber Ajansı Α.Ε. İstanbul, 1999, σελίδα 122

4 σκέψεις για το “Γράμμα – Μήνυμα Ειρήνης από την Τουρκία…..”

  1. Vegan πατριώτης

    Μάλιστα σας καταλαβαίνω κύριε Τρεμόπουλε,
    αν οι πιο προοδευτικοί των Τούρκων, και είναι πολύ λίγοι, έχουν κολλήσει στην ιδεολογία του Κεμάλ σαν απελευθερωτή- Θεού χωρίς κανένα σφάλμα και υπαιτιότητα στην εξολόθρευση των μειονοτήτων στην Τουρκία, τότε σε τι διαφέρουν απο τους “γκρίζους λύκους”; Στο ότι είναι μια χούφτα άσκοπων ιδεολόγων της αδράνειας ενώ οι γκρίζοι λύκοι όντας πολυπληθέστεροι έχουν δράσει αρκετά αποφασιστικά τα τελευταία χρόνια (ξυλοδαρμοί, δολοφονίες) κτλ.

    Γράψτε σας παρακαλώ του φίλου σας του Μουράτ ότι τους αναγνωρίζουμε τον Τουρκικό καφέ αν εκείνοι αναγνωρίσουν την Αρμενική, Μικρασιατική, Ποντιακή και Ασσυριακη Γενοκτονία του παρελθόντος και την εξαφάνιση του Κουρδικού στοιχείου που συνεχίζουν να προσπαθούν να επιτύχουν με τόση υποκριτικότητα.

    Όποιος δεν μαθαίνει απο την Ιστορία την επαναλαμβάνει.
    Οι Γερμανοί έμαθαν, καιρός είναι να μάθουν κι οι Τούρκοι.

    Η Τουρκία έχει ελάχιστους σύμμαχους για την είσοδό της στην Ευρώπη, η Ελλάδα είναι ένα απ’ αύτούς, αλλά δεν κάνει καμιά σοβαρή προσπάθεια να τους κρατήσει.
    Ίσως γιατί γνωρίζουν ότι δεν είναι έτοιμοι ακόμη σαν χώρα να βαδίσει προς την Δημοκρατία.

    Ίσως πάλι η πλειοψηφία του Τουρκικού λαού συχάθηκε την εκμετάλλευση του στρατιωτικο-ολιχαρχικού κατεστημένου και θέλει να δοκιμάσει κάτι καινούργιο που να του θυμίζει τις παλιές του δόξες, ένα Ισλαμικό κράτος!

  2. Μιχάλης Τρεμόπουλος

    Βάζω και εδώ το τελευταίο σχόλιό μου στη σχετική συζήτηση στο http://panosz.wordpress.com/2007/03/02/tremop/#comment-4873

    Αγαπητέ Γιώργο καταφέρνεις να με κρατάς εδώ παρά τη “βούλησή” μου!
    Δεν ξέρω τι ακριβώς πιστεύουν αυτοί που κατατάσσετε στον “κεμαλισμό της αριστεράς” -εννοώ με δικές τους πηγές και όχι με διαμεσολαβητές- ώστε να απαντήσω σαφώς.
    Είδες όμως τι μου λέει ο Μουράτ;
    “Το να ισχυρίζονται όλοι ότι είναι κεμαλιστές, τους μπερδεύει πολλούς και όχι μόνο εσένα. Αν εξαιρέσουμε τους ακραίους, όλοι αναφέρονται στον Κεμάλ”.
    Θα πρέπει να θεωρήσω ως προαπαιτούμενο για να συζητήσω με κάποιον Τούρκο με καλές προθέσεις το να αποκηρύξη πρώτα τον Κεμάλ; Αυτό το κάνουν κάποιοι αυτάρεσκα και πετυχαίνουν να κλείνουν τα αυτιά των Τούρκων. Αν ήθελα να μαζέψω ψήφους στην Ελλάδα, θα έβριζα και εγώ τον Κεμάλ ως σφαγέα και θα ήμουν μέσα στον εθνικό κορμό, ασφαλής και ακέραιος. Εμένα όμως με ενδιαφέρουν οι γέφυρες με την άλλη πλευρά και όπως εγώ χτυπώ τον εθνικισμό στη χώρα μου, περιμένω υπομονετικά να το πράξουν και οι Τούρκοι φίλοι μου για τη χώρα τους.
    Οι διάφοροι εγχώριοι εθνικιστές εθελοτυφλούν και συκοφαντούν, όπως ο τύπος πιο πάνω που επιμένει στο ότι μίλησα για “αξιοθαύμαστο παιδί” και ενώ είμαι ακόμη εδώ -φαντάσου πόσοι λένε ΤΙΣ ανοησίες εν τη απουσία μου…
    Ποιος ενδιαφέρθηκε π.χ. να αξιοποιήσει αυτό που λέει ο Μουράτ;
    “Οι χειρισμοί της κοινής γνώμης στα διάφορα δεν είναι απελπιστικά ασφυκτικοί; (Για να ξεκουραστούμε λίγο: Το ίδιο ισχύει και για τον «τουρκικό καφέ». Μέχρι το 1975 ούτε σαν όρος δεν υπήρχε ο «ελληνικός καφές» αλλά τώρα οι Έλληνες, ούτε θυμούνται πως το παράγγελναν «τουρκικό») Κάτι αντίστοιχο, οπωσδήποτε πρέπει να ισχύει και για τους Τούρκους αλλά γι’αυτά εσύ θα με ενημερώσεις. Από μέσα, δύσκολα φαίνονται όλα αυτά”.
    Εμένα τώρα με ακούν, όπως ακριβώς λές και πιο πάνω για το “όταν καλείς για συζήτηση και γεύμα έναν καλοπροαίρετο ξένο, στο σπίτι σου, ΔΕΝ ξεκινάς τη συζήτηση με το πόσο… κακός ήταν στην πραγματικότητα ο παππούς του”.

    Ουσιαστικά, βέβαια, δε με ενδιαφέρει ο Κεμάλ. Δεν τον θεωρώ σφαγέα και αντίστοιχο του Χίτλερ αλλά δεν θα τον διάλεγα ποτέ συνειδητά για να ανοίξω προνομιακό μέτωπο με τον εθνολαϊκισμό. Ως αντιμιλιταριστής, άλλωστε, έχω υπογράψει προσωπικό συμβόλαιο ειρήνης με Τούρκο αντιμιλιταριστή και αρνητή στράτευσης ήδη από το 1988, στην Πόλη, υπό το φως της δημοσιότητας.

    Η φράση μου για τον Κεμάλ ήταν ένα από τα επιχειρήματά μου εναντίον της προσπάθειας του Π. Ψωμιάδη να ελέγχει τα σχολικά βιβλία και να βγάλει το Νομαρχιακό Συμβούλιο ψήφισμα καταδίκης του βιβλίου Ιστορίας της ΣΤ’ Δημοτικού, που αναφέρει ορθώς τον Κεμάλ ως “ηγέτη του απελευθερωτικού κινήματος των Τούρκων”.
    Ο μηχανισμός του Ψωμιάδη διόγκωσε το ζήτημα και έβαλε και την Παμποντιακή Ομοσπονδία του Παρχαρίδη να με καταγγείλει μια μόλις ώρα μετά από το Νομαρχιακό Συμβούλιο, ώστε να με απομονώσει και να ξεπλυθούν από τα 18 σκάνδαλα που τους έχω καταγγείλει. Τέτοιες πρακτικές, σε συνδυασμό με ψευδολογίες ότι πρότεινα δήθεν άγαλμα (!) για τον Κεμάλ, υποδεικνύουν και τους ηθικούς αυτουργούς ακόμη και μιας πιθανής επίθεσης εναντίον μου από φανατικούς.
    Να ξέρεις ότι κατάγομαι από προσφυγική οικογένεια (Αδριανούπολη, 40 Εκκλησιές Αν. Θράκης) ενώ ο συνονόματος παππούς μου σκοτώθηκε πολεμώντας στον Σαγγάριο τα στρατεύματα του Κεμάλ. Θεώρησα λοιπόν ότι έχω κάθε δικαίωμα, μετά από 85 χρόνια, να θέλω να θάψω το τσεκούρι του πολέμου και να επιδιώκω να ενισχύσω τους ελληνικούς δεσμούς με ότι πιο θετικό υπάρχει στη σύγχρονη Τουρκία, ώστε να οικοδομήσουμε ένα καλύτερο μέλλον. Δεν περίμενα τέτοια διαστρέβλωση.
    Δέχομαι όμως αυτό που είπε ο Σοπενάουερ, ότι “κάθε αλήθεια περνά από
    τρία στάδια: πρώτον, διακωμωδείται. Δεύτερον, βρίσκει βίαιη αντίδραση.
    Τρίτον, γίνεται αποδεκτή ως αυταπόδεικτη”.
    Αυτό αφορά όλους όσους δε διστάζουν να πάνε κόντρα στο ρεύμα.

    Κλείνοντας, επιτρέψτε μου να βάλω και εδώ το άρθρο μου στην Ελευθεροτυπία στις 11.2, ως απάντηση σε αυτούς που συνεχίζουν να διαστεβλώνουν τις απόψεις μου:

    “Καληνύχτα Κεμάλ…

    Μακριά από τα βαλτόνερα του εθνολαϊκισμού

    Συνεπής στην εθνολαϊκιστική στάση του ο νομάρχης Θεσσαλονίκης Π. Ψωμιάδης ζήτησε από το Νομαρχιακό Συμβούλιο να καταδικάσει το βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού. Ποτέ, βέβαια, δεν ανησύχησε γιατί μειώνονται οι ώρες διδασκαλίας της Ιστορίας, γιατί αρκετά βιβλία είναι ανούσια ή γιατί δεν υπάρχει ειδικότητα Ιστορικού στο ελληνικό σχολείο. Αντίθετα, μαζί με αρκετούς άλλους, επιδίδεται σε συστηματική εκμετάλλευση της δικαιολογημένης ευαισθησίας πολλών συμπολιτών μας.
    Με αφορμή μάλιστα την καταγγελία του ότι στο βιβλίο αυτό “ο Κεμάλ αναφέρεται ως «ο ηγέτης του απελευθερωτικού αγώνα των Τούρκων»”, απαντήσαμε ότι ο Κεμάλ ήταν όντως ηγέτης αλλά και τέκνο της Θεσσαλονίκης και η πόλη θα έπρεπε να τον τιμήσει. Όχι βέβαια γιατί ξεχνάμε ότι υπήρξε αντίπαλος και μάλιστα σκληρός αλλά για να θάψουμε οριστικά το ματοβαμένο παρελθόν. Αν, όμως, δεν είμαστε έτοιμοι ως λαός να το πράξουμε, τουλάχιστον να γνωρίζουμε ότι ο Κεμάλ γεννήθηκε στη Σαλονίκη και από μια σχετική ίσως με μας κουλτούρα, ώστε αυτή η γνώση να μας κάνει πιο προσεκτικούς σε στιγμές εθνικών εξάρσεων. Τα περί αγαλμάτων είναι απλός κιτρινισμός.
    Βεβαίως, η Τουρκία τον θεωρεί ως μέγα εκσυγχρονιστή και θεμελιωτή της και σωστά ο Ελ. Βενιζέλος προχώρησε μαζί του στο δρόμο της ειρήνης. Δεν είναι τυχαίο ότι η οδός Αποστόλου Παύλου (στο σπίτι του Κεμάλ στη Θεσσαλονίκη), με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου από το 1938 (έτος θανάτου του) μέχρι το 1955 (το πογκρόμ της Πόλης) ονομαζόταν οδός Κεμάλ Ατατούρκ.
    Το ότι ο Π. Ψωμιάδης χρησιμοποιεί υβρεολόγιο εναντίον μου («τον φτύνω κατάμουτρα» είπε από τηλοψίας) και προσπαθεί να εκχυδαΐσει την άποψή μου για να μειώσει το βάρος των καταγγελιών για τα σκάνδαλα που τον βαραίνουν, είναι αναμενόμενο. Η άποψή του όμως ότι δεν μπορεί να υπάρξει ελληνοτουρκική φιλία όταν ως χώρα «προσφέρουμε γη και ύδωρ», υποσκάπτει και την ίδια την επίσημη εξωτερική πολιτική και το κόμμα του θα έπρεπε να αντιδράσει.
    Αντίθετα, βρίσκει πρόθυμους συμμάχους, που ταυτίζουν ανιστόρητα τον Κεμάλ με τον Χίτλερ. Όσοι όμως από μας έχουν βιώσει στην οικογένειά τους το προσφυγικό δράμα, θα έπρεπε να ορκίζονται στο όνομα της συνεννόησης και της μετριοπάθειας.
    Γνωρίζουμε, βέβαια, ότι σε όλες τις χώρες -ιδιαίτερα όταν τις έχουν σημαδέψει στο παρελθόν ποτάμια αίματος- υπάρχουν άνθρωποι που καθορίζονται για πολλά χρόνια από αρνητικά συναισθήματα. Η μνησικακία όμως ποτέ δεν υπήρξε ασφαλής οδός για την οικοδόμηση ενός καλύτερου μέλλοντος. Οι φανατικοί στην Τουρκία έχουν δώσει επανειλημμένα δείγματα ανθελληνικής γραφής και μάλιστα η νέα δημοτική αρχή στα Βουρλά της Σμύρνης επιχείρησε να αποχαρακτηρίσει το σπίτι του Σεφέρη εκεί, όπου το 1997 είχε αναστηλωθεί, με τιμητικές πλακέτες στον Έλληνα ποιητή και διπλωμάτη. Ξεσηκώθηκε όμως θύελλα διαμαρτυριών από πολίτες και σημαντικά πρόσωπα της Σμύρνης, που το εμπόδισε. Διαμορφώνεται λοιπόν και στην Τουρκία μια ενδιαφέρουσα κοινωνία των πολιτών, που πλημμύρισε και τους δρόμους πρόσφατα, για να καταγγείλει τη δολοφονία του Τουρκο-αρμένιου δημοσιογράφου Χραντ Ντινκ.
    Κανείς δεν ξεχνά τα ιστορικά γεγονότα αλλά δεν μπορεί οι περιπέτειες του παρελθόντος να καθορίζουν το παρόν και να εμποδίζουν την οικοδόμηση ενός βιώσιμου και ειρηνικού μέλλοντος. Σε αυτό αποσκοπούσε και η επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου στο σπίτι του Κεμάλ στη Θεσσαλονίκη το 1997 και η δήλωσή του ότι «υπήρξε ένας μεγάλος πολιτικός, που δεν ηγήθηκε μόνο ενός σκληρού πολέμου αλλά και της προσπάθειας αποκατάστασης μιας ειρηνικής συμβίωσης των συγκρουσθέντων γειτονικών λαών. Γι’ αυτό και ο μεγάλος Έλληνας πολιτικός Ε. Βενιζέλος πρότεινε το 1934 τον Κεμάλ Ατατούρκ για το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης».
    Ο Βενιζέλος δεν ήταν λιγότερο πατριώτης από τους σημερινούς φωνασκούντες. Βεβαίως, κάποιοι αρνούνται να αποδεχθούν το γεγονός ότι ένας άνθρωπος σαν τον Κεμάλ γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Αν αυτό συμβαίνει όμως επειδή ο Κεμάλ ήταν σκληρός στρατιωτικός αντίπαλος, τότε γιατί η Θεσσαλονίκη δεν τιμά ένα άλλο τέκνο της, τον διάσημο προοδευτικό Τούρκο ποιητή Ναζίμ Χικμέτ;
    Σίγουρα το πρόβλημα είναι βαθύτερο για την πόλη αυτή”.

  3. Αγαπητέ Τρεμόπουλε, Συμφωνώ μαζί σου σχεδόν σε όλα. Διαφωνώ με την επαινετική αναφορά σου σε έναν αρνητή στράτευσης, έστω και Τούρκο, φρονώντας ότι υπό τις σημερινές συνθήκες η στράτευση είναι αναγκαίο κακό. Συμφωνώ μαζί σου (και με τον εξαίρετο Τούρκο “συνομιλητή σου”) για την ανεπανάληπτη φυσιογνωμία του Κεμάλ. Διαφωνώ όμως με την άποψή σου να τιμηθεί ο Κεμάλ στη Θεσσαλονίκη. Η συντριπτική πλειοψηφία των τελευταίων επιζώντων μαρτύρων (και των άμεσων απογόνων τους) της Μικρασιατικής Καταστροφής αισθάνονται φρίκη όταν ακούνε το όνομα του Κεμάλ. Είναι πολύ κακό και είναι άδικο, αλλά έτσι είναι. Είναι σαν να ρίχνεις λάδι στη φωτιά. Πιστεύω ότι ο χρόνος θα εξαλείψει τις προκαταλήψεις. Έως τότε ας τιμούν τον Κεμάλ οι Τούρκοι και ας τον σεβόμαστε όλοι όσοι μπορούμε να αποστασιοποιηθούμε από τα πάθη Το αξίζει και με το παραπάνω. Είναι ο πραγματικός πατέρας ενός έθνους. Ένας Ατατούρκ. Αν συνομιλούσα με έναν διανούμενο και χαρακτήριζε τον Κεμάλ σφαγέα θα τον περιέλουζα όπως του πρέπει. Αν όμως άκουγα αυτόν τον χαρακτηρισμό από την “χαροκαμμένη” θεία μου, θα την κατανοούσα. Δεινόν προς κέντρα λακτίζειν, όπως συμβουλεύει (αν δεν απατώμαι) ένα από τα απόκρυφα Ευαγγέλια.

  4. Μιχάλης Τρεμόπουλος

    Η αντίρρηση συνείδησης είναι ένα κατοχυρωμένο ανθρώπινο δικαίωμα.
    Όσο για τον Κεμάλ, συμφωνώ ότι κυριαρχούν οι προκαταλήψεις. Όμως, δεν αποτελούσε αυτόνομη πρόταση αυτό που είπα αλλά αντίδραση στα λεγόμενα του Ψωμιάδη. Γνωρίζω πολύ καλά ότι υπήρξε ηγέτης του απελευθερωτικού κινήμητος των Τούρκων από τους Δυτικούς ιμπεριαλιστές (γι’ αυτό τον είχε υποστηρίξει και ο Λένιν) αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δεν ήταν ένας εθνικιστής και μιλιταριστής.
    Προφανώς και προτιμώ έναν αντιρρησία συνείδησης.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Scroll to Top