Ανοιχτό αφήνουν το ενδεχόμενο εγκατάστασης μονάδων καύσης σκουπιδιών για πρώτη φορά στα χρονικά της χώρας μας δύο περιφερειακοί οργανισμοί διαχείρισης απορριμμάτων. Οι νέες εξελίξεις στην τεχνολογία των αποτεφρωτήρων έχουν επιτρέψει τη δημιουργία μονάδων διαχείρισης απορριμμάτων που δεν έχουν καμία σχέση με τα παλαιά ρυπογόνα εργοστάσια καύσης απορριμμάτων της βόρειας Ευρώπης.
Οι εκπρόσωποι των φορέων που έχουν την ευθύνη για τη διαχείριση απορριμμάτων σε Θεσσαλία και Θεσσαλονίκη δηλώνουν στην εφημερίδα Realnews ότι θα πραγματοποιήσουν μελέτες για να διαπιστώσουν τα οικονομοτεχνικά δεδομένα της διαχείρισης των σκουπιδιών τους με νέου τύπου αποτεφρωτήρες.
«Πράσινο φως»
Παράλληλα, αξιωματούχοι του υπουργείου Περιβάλλοντος επισημαίνουν ότι δεν έχουν κανένα πρόβλημα να δώσουν το «πράσινο φως» για την καύση, εφόσον κατατεθούν βιώσιμα σχέδια διαχείρισης απορριμμάτων από τις αρμόδιες περιφερειακές υπηρεσίες. Ενδεχόμενη εφαρμογή της μεθόδου θα αποτελέσει σταθμό στην… περιπέτεια που βιώνει η χώρα μας με τα σκουπίδια, καθώς, μέχρι σήμερα, τοπικές αρχές και κεντρική εξουσία απέκλειαν χωρίς συζήτηση κάθε μορφή αποτέφρωσης σκουπιδιών.
Αν και σε αρκετές χώρες της Ευρώπης αποτελεί εδώ και χρόνια την κυριότερη λύση για το πρόβλημα των αστικών απορριμμάτων, οι ελληνικές Αρχές μοιάζουν να έχουν εκδώσει «απαγόρευση εισόδου» στη συγκεκριμένη μέθοδο, εξαιτίας των δικαιολογημένων φόβων για τις επιπτώσεις της στο περιβάλλον.
Η καύση μπορεί να μειώσει τα σκουπίδια μέχρι και στο ένα δέκατο του αρχικού τους όγκου, ωστόσο έχει θεωρηθεί υπεύθυνη για ρύπανση της ατμόσφαιρας από ουσίες ιδιαίτερα επιβλαβείς για την υγεία, όπως διοξίνες και φουράνια. Παρ’ όλα αυτά, σήμερα, επιστήμονες δηλώνουν πως τα νέα εργοστάσια αποτέφρωσης μπορούν να φιλτράρουν τις βλαβερές εκπομπές ρύπων, επιτρέποντας παράλληλα την παραγωγή ενέργειας. Για τον λόγο αυτό, τα σύγχρονα εργοστάσια καύσης αποκαλούνται «μονάδες ενεργειακής αξιοποίησης απορριμμάτων».
Η Θεσσαλονίκη
Ο πρόεδρος του Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης του νομού Θεσσαλονίκης, Γιάννης Ζουρνάς, τονίζει ότι η καύση των απορριμμάτων με ενεργειακή αξιοποίηση είναι μία από τις τεχνολογίες που θα εξεταστούν στον νέο στρατηγικό σχεδιασμό για τα σκουπίδια της συμπρωτεύουσας. «Το μόνο που δηλώνουμε κατηγορηματικά πως δεν πρόκειται να γίνει είναι η καύση σύμμικτων απορριμμάτων, δηλαδή να καίμε απευθείας οτιδήποτε μπαίνει στους κοινούς κάδους.
Ο σχεδιασμός μας βασίζεται σε μονάδες διαχωρισμού των σκουπιδιών και στην ενεργειακή αξιοποίηση. Από εκεί και έπειτα, υπάρχουν δύο με τρεις λύσεις για τη διαχείριση ενός μέρους των απορριμμάτων. Για να καταλήξουμε, θα πρέπει να εξετάσουμε δύο παράγοντες, πρώτον, ποια από τις μεθόδους είναι πιο φιλική προς το περιβάλλον και δεύτερον ποια έχει μεγαλύτερο κόστος στη διαχείριση ενός τόνου απορριμμάτων», λέει ο Γ. Ζουρνάς.
Παρόμοια είναι και η θέση του Μάνου Αρκά, υπεύθυνου για θέματα Περιβάλλοντος στη Διαχειριστική Αρχή της Περιφέρειας Θεσσαλίας. «Η τεχνολογία της καύσης ή της πυρόλυσης δεν είναι εντελώς ξένη στην Ελλάδα, εφαρμόζεται κατά περιπτώσεις σε ορισμένες ειδικές κατηγορίες απορριμμάτων.
Αυτή τη στιγμή είμαστε στη διαδικασία εκπόνησης μελέτης για τη διαχείριση των απορριμμάτων, η οποία θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2011. Δεν προκρίνουμε, αλλά ούτε αποκλείουμε κάποια τεχνολογία, το πιθανότερο μάλιστα είναι να πάμε σε έναν συνδυασμό λύσεων», δηλώνει ο Μ. Αρκάς.
Φόβοι για Αντιδράσεις
ΤΟΥΣ ΕΠΟΜΕΝΟΥΣ ΜΗΝΕΣ οι Περιφέρειες θα επιδοθούν σε έναν πραγματικό αγώνα δρόμου ώστε να κλείσουν τις χωματερές και να αποφύγουν τα πρόστιμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με τον χρόνο να μετρά αντίστροφα, είναι σαφές πως δεν υπάρχει η άνεση να αποκλείσουν τη νέα τεχνολογία αποτέφρωση.
Θετική στην εισαγωγή της τεχνολογίας στην Ελλάδα είναι και η πολιτεία. Πηγές από το υπουργείο Περιβάλλοντος μάλιστα παραδέχονται πως ο κύριος λόγος που η αποτέφρωση με ενεργειακή αξιοποίηση δεν προκρίνεται ως βασική λύση για το πρόβλημα των σκουπιδιών, είναι ο φόβος για τις αντιδράσεις του κόσμου. «Δεν έχουμε αποκλείσει τη λύση της συγκεκριμένης μεθόδου.
Ωστόσο υπάρχει πρόβλημα κοινωνικής αποδοχής. Για να λειτουργήσουν οι καινούργιοι αποτεφρωτήρες χρειάζεται να δέχονται 1.000 με 1.200 τόνους την ημέρα, άρα στην Ελλάδα οι μόνες περιοχές που η καύση είναι βιώσιμη λύση είναι η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη. Πώς όμως θα μπορέσουμε να χωροθετήσουμε τέτοιες μονάδες σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη; Είναι σίγουρο ότι θα αντιμετωπίσουμε αντιδράσεις», δηλώνουν αξιωματούχοι του υπουργείου.
«Οι καθυστερήσεις του κράτους είναι χαρακτηριστικές», λέει από την πλευρά του ο Γιάννης Ζουρνάς. «Το παράπονό μου είναι ότι πρόσφατα βρέθηκα στην Βαρκελώνη όπου είδα αντίστοιχα εργοστάσια ολοκληρωμένης διαχείρισης, δίπλα σε κατοικίες, χωρίς να υπάρχει κανένα πρόβλημα. Το 2005 η Βαρκελώνη διέθετε μία τέτοια μονάδα ενώ σήμερα έχει πέντε. Όλο αυτό το διάστημα, εμείς κάνουμε μόνο αιτήσεις και χαρτιά», δηλώνει.
Από την αποτέφρωση στην ενεργειακή αξιοποίηση
Η ΑΠΟΤΕΦΡΩΣΗ αποτελεί εδώ και δεκαετίες την κυριότερη λύση για την διαχείριση απορριμμάτων σε αρκετές χώρες της βόρειας Ευρώπης. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι η συγκεκριμένη μέθοδος υπήρξε πάντα η πιο φιλική προς το περιβάλλον.
Αντιθέτως, έρευνες σε Ολλανδία, Βέλγιο και Σουηδία είχαν αποδείξει ότι υδροφόροι ορίζοντες, έδαφος και ατμόσφαιρα γύρω από τα εργοστάσια καύσης είχαν ρυπανθεί σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας της λειτουργίας των αποτεφρωτήρων. Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εκδώσει οδηγία για το κλείσιμο όλων αυτών των παλαιών μονάδων καύσης μέχρι το 2020.
Τη σκυτάλη έχουν πάρει τα εργοστάσια ενεργειακής αξιοποίησης τα οποία εκθέτουν σε υψηλές θερμοκρασίες μόνο ένα μέρος των αστικών απορριμμάτων, επιτρέποντας την ανάκτηση ενέργειας. Οι καινούργιες μέθοδοι αποτέφρωσης σκουπιδιών συνοδεύονται πλέον και από αυστηρές προδιαγραφές ασφαλείας.
Ελάχιστοι οι ρύποι
Προβλέπονται ειδικά φίλτρα τα οποία συγκρατούν τις διοξίνες και τα φουράνια, ώστε τα αέρια που εκπέμπονται από την καύση των σκουπιδιών να είναι όσο το δυνατόν λιγότερο επιβλαβή για την ατμόσφαιρα.
Βέβαια, ακόμα κι αν οι αρμόδιοι φορείς αποφασίσουν να εισάγουν την αποτέφρωση σκουπιδιών με ενεργειακή αξιοποίηση στην Ελλάδα, αυτό δεν σημαίνει πως η χώρα μας θα αποφύγει εντελώς την αναχρονιστική λύση των ΧΥΤΑ.
«Είτε το θέλουμε είτε όχι, οι χώροι ταφής είναι ο θεμέλιος λίθος κάθε μεθόδου διαχείρισης απορριμμάτων», λέει ο Θρασύβουλος Μανιός, αναπληρωτής καθηγητής Περιβαλλοντικής Τεχνολογίας στα ΤΕΙ Κρήτης. «Ακόμα και η ενεργειακή αξιοποίηση έχει ένα είδος υπολείμματος, το οποίο κάπου πρέπει να διατεθεί. Αυτό είναι και το στοίχημα των σημερινών χώρων που κατασκευάζονται, οι οποίοι θεωρητικά έστω έχουν την προοπτική να μετατραπούν από ΧΥΤΑ σε ΧΥΤΥ, δηλαδή σε χώρους υγειονομικής ταφής υπολειμμάτων», καταλήγει ο καθηγητής.
«Πότε μετρήσαμε τους ρύπους στην Ελλάδα;»
ΣΥΜΦΩΝΑ με τη σχετική οδηγία της Ε.Ε. τα εργοστάσια καύσης απορριμμάτων πρέπει να έχουν υψηλή ενεργειακή απόδοση. Τούτο είναι δυνατόν μόνον εφόσον, εκτός από ηλεκτρική ενέργεια εξάγουν και θερμική για τηλεθέρμανση κτιρίων.
Σε χώρες όμως με εύκρατο κλίμα, όπως η Ελλάδα, η τηλεθέρμανση είναι οικονομικά ασύμφορη (δεν υπάρχουν σχετικές υποδομές, ούτε και ανάγκη θέρμανσης των κτιρίων για τουλάχιστον έξι μήνες το χρόνο) και επομένως η χρήση της καύσης δεν είναι συμβατή με την ευρωπαϊκή οδηγία.
Επιπλέον, η καύση είναι δαπανηρή και παράγει τοξικές εκπομπές και στερεά κατάλοιπα, η σωστή διαχείριση των οποίων αυξάνει ακόμα περισσότερο το κόστος.
Στη χώρα μας ποιος φορέας διαθέτει την αναγκαία υποδομή και έχει τη θεσμική ανεξαρτησία για να επιβάλλει τη σωστή διαχείριση και μάλιστα στην ιδιαίτερα απαιτητική περίπτωση των εργοστασίων καύσης;
Πηγή: http://www.real.gr