ΕΤΟΙΜΑΖΩ ΤΗ ΒΑΛΙΤΣΑ ΜΟΥ. Η ετοιμασία μιας βαλίτσας για το ταξίδι, ειδικά όταν είναι επαγγελματικό, νομίζω ότι μπορεί να σου χρησιμεύσει σαν ένα πολύτιμο μίνι μάθημα ζωής. Μαθαίνεις το κυριότερο: ότι τα μικρά πράγματα είναι αυτά που σου τρώνε τον περισσότερο χρόνο. Τα μικρά πράγματα είναι αυτά που σου τρώνε τη ζωή τελικά. Τα μικρά πράγματα, αυτά που δεν πιάνουν χώρο, που δεν φωνάζουν, τα ασήμαντα, ας πούμε.
Γι΄ αυτό σκέφτομαι μόλις γυρίσω από το ταξίδι να καταρτίσω μια λίστα με τα μικρά, ασήμαντα πράγματα, απαραίτητα για το ταξίδι. Επίσης, εκείνη τη στιγμή ορκίζομαι ξανά ότι την επόμενη φορά θα ετοιμάσω τη βαλίτσα μου εγκαίρως, όχι την τελευταία στιγμή πάντως. Και σκέφτομαι ότι αυτό το κόλπο της τελευταίας στιγμής πρέπει να είναι ένα παν-βαλκανικό χαρακτηριστικό. Κληρονομιά σαφώς της έλλειψης σοβαρού προγραμματισμού. Και της υπερεκτίμησης των δυνατοτήτων μας, ίσως. Νομίζουμε πάντα εμείς οι Βαλκάνιοι ότι είμαστε οι πιο ταχείς και ότι έχουμε πάντα περισσότερο χρόνο στη διάθεσή μας.
Να επιλέξω ένα βιβλίο. Πίσω στη βαλίτσα μου. Αφού τα τακτοποιώ όλα και συνειδητοποιώ ότι έχω αργήσει πάρα πολύ, σκέφτομαι να επιλέξω και ένα βιβλίο να πάρω μαζί μου, να διαβάσω. Ή να ξαναδιαβάσω. Το ξέρω ότι ποτέ στο ταξίδι δεν βρίσκω τον χρόνο να διαβάσω αλλά έτσι από συνήθεια, δεν ξέρω… Ρίχνω μια γρήγορη ματιά, σχεδόν λαχανιασμένη, στη βιβλιοθήκη. Βλέπω την Ιστορία των Βαλκανίων του Μαζάουερ. Το προσπερνάω.
Ξεφυλλίζω γρήγορα ένα βιβλίο που πρέπει να έχει κυκλοφορήσει σχετικά πρόσφατα από τις Εκδόσεις Κέδρος. «Ο αμαρτωλός των Βαλκανίων» λέγεται, του Βούλγαρου συγγραφέα Ντιμίτερ Κίρκοφ. Δίπλα του πάλι ένα βιβλίο του «Κέδρου»: «Κι Εσύ Έλληνας ρε»; του Βασίλη Χριστόπουλου. «Το Παλάτι των ονείρων» του Κανταρέ πιο πέρα. Ένα βιβλίο που μπαίνει με αριστουργηματικό τρόπο μέσα στους εφιαλτικούς διαδρόμους της τυραννίας. Κατάλληλο για ανάγνωση όταν ταξιδεύεις στα Βαλκάνια. Γιατί η ιστορία των Βαλκανίων είναι γεμάτη τυράννους. Και όταν παράγεις τόσους πολλούς τυράννους, πώς να μην παράγεις και πολέμους;
Ο καλός στρατιώτης Σβέικ. Λίγο πιο πέρα πιάνει το μάτι μου εντελώς τυχαία τον Αρχίλοχο. Δεν ξέρω πώς βρέθηκε εκεί, δίπλα στον Κανταρέ. Ο Αρχίλοχος που διακωμωδούσε τον πόλεμο: «Την ασπίδα μου κάποιος Σάιος χαίρεται/ αυτήν που ολοκαίνουργια παράτησα κοντά σ΄ ένα θάμνο άθελά μου./ Έσωσα όμως την ζωή μου./ Τι με νοιάζει η ασπίδα μου εκείνη./ Χαλάλι. Καλύτερη θε ν΄ αγοράσω άλλη», έγραφε. Ένας τέτοιος ποιητής στα Βαλκάνια θα είχε στιγματιστεί ως εθνοπροδότης και πράκτορας.
Δεν θα διδασκόταν ποτέ στα σχολικά βιβλία. Ο Αρχίλοχος ήταν, ίσως, ο στρατιώτης Σβέικ της εποχής του. Τώρα που είπα Σβέικ. Πιάνω τον πρώτο τόμο και τον ξεφυλλίζω γρήγορα. Και αυτό το βιβλίο με τα Βαλκάνια αρχίζει. Αρχίζει με τον διάλογο της κυρίας Μιλέροβα και του Σβέικ, για τη δολοφονία του αρχιδούκα Φερδινάνδου στο Σαράγεβο, που έγινε αφορμή για τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τον αγαπώ πολύ τον Σβέικ. Όπως γράφει ο ίδιος ο δημιουργός του, ο Γιάροσλαβ Χάσεκ, ο καλός στρατιώτης Σβέικ «δεν έβαλε φωτιά στο ναό της θεάς στην Έφεσο, όπως εκείνος ο χαζός Ηρόστρατος, για να γράψουνε γι΄ αυτόν οι εφημερίδες και τα σχολικά βιβλία».
«Η Γέφυρα του Δρίνα». Αφήνω τον Σβέικ και πιάνω τη «Γέφυρα του Δρίνα» του Ίβο Άντριτς (μου το έχει κάνει δώρο ένας φίλος μου, ο Ελληνοαλβανός ποιητής Νίκος Κατσαλίδας). Η γέφυρα του Δρίνα, ανάμεσα στην Ανατολή και στη Δύση, ανάμεσα στο παρελθόν και στο μέλλον, στα Βαλκάνια, εκεί όπου συνυπάρχουν όλες οι εποχές. Γι΄ αυτό και το ταξίδι στα Βαλκάνια έχει πάντα ενδιαφέρον. Η γέφυρα, αυτό το σύμβολο ενότητας και χωρισμού των Βαλκανίων. Μιτρόβιτσα, Μόσταρ, Σκόπια. Οι χωρισμένες πόλεις των Βαλκανίων, με ορατά και αόρατα σύνορα, από μια γέφυρα, από ένα ποτάμι. Η γέφυρα που συμβολίζει την αμφιθυμία των Βαλκανίων.
Την αμφιθυμία ανθρώπων που έζησαν μαζί, εκούσια ή ακούσια, για αιώνες και κάποια στιγμή, την εποχή του έθνους-κράτους έπρεπε να φτιάξουν τη δικιά τους εθνοκρατική στέγη και αυτοί. Αλλά πώς να αποδείξεις ότι διαφέρεις εντελώς από αυτόν με τον οποίον σε δένουν χίλιοι δεσμοί και μοιάζεις τόσο πολύ; Γι΄ αυτό τρομάζει τόσο πολύ η διπλή ταυτότητα στα Βαλκάνια, γι΄ αυτό και ηχεί τόσο παράλογη, γιατί ξυπνά τις μνήμες μιας πρωθύστερης συνύπαρξης. Γι΄ αυτό και όταν πας στην Κροατία σου λένε ότι η γλώσσα που μιλούν δεν έχει καμία σχέση με τα σέρβικα, ενώ είναι εντελώς η ίδια. Ο βαλκανικός εθνικισμός είναι η επιβολή της διαφοράς εκεί όπου δεν υπάρχει. «Η γέφυρα του Δρίνα», το σύμβολο της σχιζοφρένειας των Βαλκανίων…
Γέφυρα της φιλίας, γέφυρα του μίσους. Και θυμάμαι ξανά τη γέφυρα της Μιτρόβιτσα που χωρίζει Σέρβους και Αλβανούς. Ειρωνεία της τύχης: το όνομά της είναι «Γέφυρα της Φιλίας». Φέτος τον Φεβρουάριο είχα φωτογραφίσει πάνω στη γέφυρα δυο φίλους, έναν Σέρβο και έναν Αλβανό. Η φιλία τους ήταν μια παραφωνία στον ωκεανό του αμοιβαίου μίσους. Θυμάμαι επίσης τη Φατίμε, Αλβανίδα από την Μιτρόβιτσα, που συναντιόταν κρυφά με μια Σέρβα φίλη της, τη Βέσνα, με την οποία είχαν μεγαλώσει μαζί. Κρυφά για να μην τους κράξουν οι Σέρβοι και οι Αλβανοί. Βαλκάνια, η γη του φόβου. Τώρα που θα περάσω ξανά από τη Μιτρόβιτσα δεν ξέρω εάν κατάφεραν να επιβιώσουν αυτές οι φιλίες…
Ο εθνικισμός των «αδυνάτων». Και δίπλα στη «Γέφυρα του Δρίνα» ένα σύντομο κείμενο του Τζον Πλάμεντατς για τα δυο είδη εθνικισμών. Υπάρχει ο εθνικισμός των δυνατών, λέει λίγο ώς πολύ ο Πλάμεντατς και εκείνος των αδύνατων, των φοβισμένων για την ταυτότητά τους, ημών των Βαλκάνιων. Συνήθως, ο Βαλκάνιος εθνικιστής, δεν αγαπά τη χώρα του από υπερηφάνεια αλλά από συμπόνια… Ο Βαλκάνιος που ονειρεύεται το μέλλον του στην Ενωμένη Ευρώπη, γιατί είναι μια μοναδική ευκαιρία για να ξεφύγει από τα φαντάσματα του παρελθόντος… Παντού όπου πάω στα Βαλκάνια ακούω, ειδικά από τους νέους, την ίδια πρόταση: «Το μέλλον μας είναι στην Ευρώπη, αλλιώς δεν έχουμε μέλλον»…
Καλά Χριστούγεννα. Τελικά δεν παίρνω μαζί μου κανένα βιβλίο. Ίσως βρω κάτι ενδιαφέρον στο ταξίδι να διαβάσω. Έτσι και αλλιώς έχω μαζί μου μπόλικη μουσική. Για όλες τις καταστάσεις. Νίνα Σιμόν, Φραντσέσκο ντε Γκρεγκόρι, Περλ Τζαμ. Και Μάνο Χατζιδάκι. Ποιος ξέρει πώς είναι να ακούς Χατζιδάκι στη θορυβώδη και επαρχιακή Πρίστινα, στο χιονισμένο, πανέμορφο Βελιγράδι, στο πληγωμένο Σαράγεβο, τα Χριστούγεννα… Καλά Χριστούγεννα…
======================================================
To site του συγγραφέα:
http://gazikapllani.blogspot.com/
Για όσους δεν τον ξέρουν, και για πολλά που τον κατηγόρησαν:
Ο Gazmend Kapllani μετανάστευσε στην Ελλάδα από την Αλβανία το 1991, σε ηλικία 18 ετών. από τότε μένει νόμιμα στην Ελλάδα ως φοιτητής. Το 1997 παίρνει το πτυχίο του από τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι υποψήφιος διδάκτορας του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου, στην Αθήνα, με κρατική υποτροφία. Το θέμα της διατριβής του είναι «Νεοτερικότητα και Ετερότητα – Η εικόνα του Αλβανών στον Ελληνικό Τύπο και των Ελλήνων στον Αλβανικό Τύπο».
Ως δημοσιογράφος, εργάζεται για την εφημερίδα «Τα Νέα», την κρατική ραδιοφωνία NET 105,8, την αλβανική εφημερίδα Koha Jone, και την έκδοση Balkan Crisis Report του Ινστιτούτου Κάλυψης Πολέμων και Ειρήνης (IWPR). Είναι ακόμα ιδρυτικό μέλος της ΜΚΟ «Στέκι Πολιτισμού Αλβανών Μεταναστών», μέλος του κεντρο-αριστερού εξω-κοινοβουλευτικού κόμματος Ανανεωτική Εκσυγχρονιστική Κίνηση της Αριστεράς (Α.Ε.Κ.Α.), και υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής των δικαιωμάτων των μεταναστών στα ελληνικά ΜΜΕ.